ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Josef Bordat – Ζώα, άνθρωποι, πρόσωπα: Προβληματικές επιπτώσεις της θεωρίας του Singer για τα ‘δικαιωμάτων των ζώων’


Ο Josef Bordat εγείρει δύο κριτικές παρατηρήσεις σχετικά με τη θεωρία του Peter Singer για τα δικαιώματα των ζώων: την εξομοίωσης των ζώων και των ανθρώπινων πλασμάτων και το διαχωρισμό των ανθρώπινων πλασμάτων ‘σε διάφορετικές κατηγορίες’.


    I.


Είναι προφανές ότι στις πρόσφατες δημόσιες συζητήσεις ηθικής φύσης υπάρχουν πολλές σοβαρές προσεγγίσεις για τα λεγόμενα ‘δικαιώματα των ζώων’. Μολονότι είναι αδιαμφισβήτητο ότι το ζώο ως πλάσμα έχει ένα συγκεκριμένο είδος ‘αξιοπρέπειας’ και συνεπώς ένα εγγενές δικαίωμα προστασίας, είναι αρκετά αμφίβολο κατά πόσον αυτό πρέπει να οδηγεί σε ‘απόλυτα’ δικαιώματα, εδραιωμένα στο ίδιο επίπεδο με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Υπό συζήτηση είναι εάν πρέπει να υπάρχουν εξαιρέσεις στην προστασία της ζωής του ζώου στις περιπτώσεις που τα ζώα χρησιμεύουν στους ανθρώπους ως τροφή ή για επιστημονικούς σκοπούς. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη χριστιανική έννοια του ανθρώπινου πλάσματος ως ‘κατ’ εικόνα του Θεού’ και ως ‘κορωνίς της δημιουργίας’ μοιάζει δικαιολογημένο να επιτρέπονται οι εξαιρέσεις αυτές εξαιτίας της εξέχουσας θέσης του ανθρώπινου πλάσματος έναντι των ζώων.


Ωστόσο, οι ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων καθώς και ορισμένοι φιλόσοφοι όπως ο Peter Singer το θεωρούν αυτό ως ‘διάκριση ειδών’. Θεωρούν αυτές τις εξαιρέσεις ως ένα είδος ‘διάκρισης’ στο πλαίσιο της σχέσης ενός ανθρώπινου πλάσματος με ένα ζώο, την οποία θέτουν στο ίδιο ηθικό επίπεδο με τη διάκριση των μαύρων έναντι των λευκών (ρατσισμός) ή των θηλυκών ανθρώπινων πλασμάτων έναντι των αρσενικών (σεξισμός). Υποστηρίζουν ότι τα ανθρώπινα πλάσματα και τα ζώα πρέπει να αντιμετωπίζονται ισότιμα εάν και όταν έχουν τα ίδια συμφέροντα, π.χ. το συμφέρον να μην υφίστανται κακό και πόνο. Ο Singer φέρνει το παράδειγμα του χαστουκίσματος ενός αλόγου κι ενός ανθρώπινου μωρού: ‘…..εάν θεωρούμε ότι είναι λάθος να προξενούμε αυτό τον πόνο σε ένα μωρό άνευ λόγου, τότε εκτός κι αν κάνουμε διακρίσεις στα είδη, πρέπει να θεωρούμε εξίσου λάθος να προκαλούμε τον ίδιο πόνο σε ένα άλογο άνευ λόγου’ (σ. 52). Αυτή η ωφελιμιστική λογικότητα μοιάζει, εκ πρώτης όψεως, να είναι λογικά ορθή και δικαιολογημένη.


Με δεύτερη σκέψη, όμως, γίνεται σαφές ότι η έννοια του συμφέροντος και της ισότιμης θεώρησης των συμφερόντων του ανθρώπινου πλάσματος και του ζώου εμπεριέχει ορισμένες επικίνδυνες επιπτώσεις. Αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν μάλλον για να εγκαταλειφθεί η αξίωση του ανθρώπινου πλάσματος στη ζωή ως θεμελιακό ανθρώπινο δικαίωμα, παρά απλώς για να αιτιολογηθεί το δικαίωμα του ζώου να μη θανατώνεται, όπως δείχνουν ορισμένες παρατηρήσεις του Singer για την άμβλωση και την ευθανασία (σσ. 126-57).



ΙΙ.


Ο Singer υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε διαφορετική μεταχείριση ανθρώπινων πλασμάτων και ζώων είναι αδικαιολόγητη, επειδή παραβιάζει την αρχή της ισότιμης θεώρησης των βασικών συμφερόντων. Κατά συνέπεια, ο Singer δεν διαχωρίζει τους ανθρώπους από τα άλλα πλάσματα, αλλά τα πρόσωπα (πλάσματα με την ικανότητα να έχουν συμφέροντα) από τα μη πρόσωπα (πλάσματα χωρίς την ικανότητα να έχουν συμφέροντα). Ενώ στην πρώτη ομάδα ανήκουν ‘ορισμένα μη ανθρώπινα ζώα’ (σ. 97) όπως οι πίθηκοι, κάθε ανθρώπινο έμβρυο ανήκει στη δεύτερη, γιατί ‘κανένα έμβρυο δεν είναι πρόσωπο’ (σ. 118). Αυτό το επιχείρημα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ‘κανένα έμβρυο δεν έχει το ίδιο δικαίωμα στη ζωή με ένα πρόσωπο’. Για τον Singer η πιθανότητα τα έμβρυα με λιγότερο από δεκαοχτώ εβδομάδες ζωής ‘να είναι ανίκανα να νιώσουν οτιδήποτε, καθώς το νευρικό τους σύστημα μοιάζει να είναι ανεπαρκώς ανεπτυγμένο για να λειτουργεί’ σημαίνει ότι ‘η άμβλωση σ’ αυτό το στάδιο τερματίζει μια ύπαρξη που δεν έχει καμιά απολύτως εγγενή αξία’ (σ. 118). Μολονότι, ακόμη και σε μια πιο προχωρημένη εγκυμοσύνη, μια άμβλωση ‘δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με ελαφρότητα’, ‘η καταδίκη της, σε μια κοινωνία που θανατώνει πολύ πιο ανεπτυγμένες μορφές ζωής για τη γεύση της σάρκας τους, είναι δύσκολη’ (σ. 118). Ο Singer επιμένει πως αν δεν θέλουμε να κάνουμε ‘διακρίσεις στα είδη’ για θρησκευτικούς ή άλλους λόγους και δεν θέλουμε να γίνουμε χορτοφάγοι, δεν μπορούμε να υποστηρίζουμε ότι η άμβλωση είναι ηθικά λάθος.


Το πρόβλημα σ’ αυτό το επιχείρημα σε σχέση με την άμβλωση έγκειται στη σύγκριση του πραγματικού ηθικού στάτους του ανθρώπινου εμβρύου με τα ανεπτυγμένα ζώα με βάση την έννοια του συμφέροντος, αφήνοντας έξω τη δυνητικότητα. Η βάση, δηλαδή το αποτυπωμένο σύνολο των χρωματοσωμάτων που συγκροτεί ένα ανθρώπινο πλάσμα ως πλάσμα σοβαρών συμφερόντων (και όχι μόνο ως βασικών που μπορούν επίσης να ισχύουν για τα ζώα, όπως το συμφέρον να μην υφίστανται πόνο) υπάρχει ήδη, αμέσως μετά τη γονιμοποίηση. Κατά συνέπεια, από την πολύ αρχή της ανθρώπινης ζωής μπορούμε να θεωρούμε το πλάσμα ως ‘εν δυνάμει πρόσωπο’.


Από την άλλη πλευρά, η συγκριτική επιχειρηματολογία του Singer μπορεί να εκληφθεί ως δικαιολογία για τη θανάτωση ανθρώπινων πλασμάτων. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι ο Singer εξισώνει το πραγματικό ηθικό στάτους ορισμένων ζώων (ως προσώπων) και διανοητικά ανάπηρων ανθρώπινων πλασμάτων (ως ‘μη προσώπων’): ‘Ορισμένα μη ανθρώπινα ζώα μοιάζουν να έχουν λογική και συνείδηση του εαυτού τους, να θεωρούν ότι είναι ξεχωριστά πλάσματα με παρελθόν και μέλλον. Όταν αυτό ισχύει, ή απ’ όσο γνωρίζουμε, μπορεί να ισχύει, το επιχείρημα κατά της θανάτωσης είναι ισχυρό, όσο ισχυρό είναι και το επιχείρημα κατά της διαρκούς θανάτωσης ελαττωματικών ανθρώπινων πλασμάτων που βρίσκονται στο ίδιο διανοητικό επίπεδο’ (σ. 103). Ή αντιστρόφως: Εάν σκοτώνουμε ζώα προς όφελός μας δεν μπορούμε να καταδικάζουμε τη θανάτωση ανθρώπινων πλασμάτων με ίδιο ή χαμηλότερο διανοητικό επίπεδο. Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, μια πολύ προβληματική επίπτωση που οδηγεί απευθείας στην ευθανασία. Και θα μπορούσε να είναι το πρώτο βήμα σε μια ολισθηρή πλαγιά που καταλήγει στην πλήρη ανηθικότητα και καθιστά δυνατή τη γενοκτονία για ηθικούς λόγους, που αντλούνται από τη δημόσια συζήτηση για τα δικαιώματα των ζώων και λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα και την προσωπικότητα. Ο Singer επιχειρεί βεβαίως να αναιρέσει αυτό το ανησυχητικό ενδεχόμενο με κάποιες ιστορικές και ανθρωπολογικές παρατηρήσεις: ‘ Οι αρχαίοι Έλληνες θανάτωναν ή εξέθεταν τα μωρά σε τακτική βάση, αλλά φαίνεται ότι είχαν τους ίδιους ενδοιασμούς να σκοτώνουν τους συμπολίτες τους με τους Χριστιανούς του Μεσαίωνα ή τους σύγχρονους Αμερικανούς. Στις παραδοσιακές κοινωνίες των Εσκιμώων υπήρχε το έθιμο να σκοτώνει ο άντρας τους ηλικιωμένους γονείς του, αλλά ο φόνος ενός φυσιολογικού, υγιούς ενήλικου ήταν σχεδόν ανήκουστος. Εάν αυτές οι κοινωνίες μπορούσαν να χωρίζουν τα ανθρώπινα πλάσματα σε διαφορετικές κατηγορίες χωρίς να μεταφέρουν τις συμπεριφορές τους από τη μια ομάδα στην άλλη, εμείς, που έχουμε πιο περίπλοκα νομικά συστήματα και μεγαλύτερη ιατρική γνώση, θα έπρεπε να μπορούμε να κάνουμε το ίδιο’ (σ. 157).


Θα έπρεπε; Θα μπορούσαμε; Μπορούμε πράγματι να αποτρέψουμε μια κατάσταση που μας φεύγει απ’ τα χέρια; Είναι ένα σοβαρό ερώτημα, ιδίως υπό το φως της πρόσφατης ευρωπαϊκής ιστορίας που συνδέεται με το πρόγραμμα ευθανασίας της ναζιστικής Γερμανίας και το Ολοκαύτωμα. Παρόλο που είναι λάθος να συγκρίνουμε τη ναζιστική ιδεολογία με τις προτάσεις του Singer, οι τελευταίες γεννούν αμφιβολίες: Ποιος ορίζει τις ‘κατηγορίες διαχωρισμού’, ποιος ορίζει τα όριά του και μπορεί να θέσει αυτά τα σύνορα; Ποιος λέει ότι κάποιος είναι ‘συμπολίτης’, ποιος καθορίζει ότι κάποιος είναι ‘φυσιολογικός, υγιής’; Με δυο λόγια: ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι στην περίπτωση που αυτός ο ωφελιμιστικός τρόπος διαχωρισμού γίνει μια αποδεκτή κοινή πρακτική, δεν θα υπάρξει κατάχρηση;


ΙΙΙ.


Καταλήγοντας, δεν είμαι εναντίον της προστασίας των ζώων. Η θεμελίωση, όμως, του όρου ‘δικαιώματα των ζώων’ στην έννοια του συμφέροντος , όπως κάνει ο Singer, οδηγεί σε ανεπιθύμητες ηθικές επιπτώσεις, κι αυτό προσπάθησα να δείξω. Μπορεί να βλάψει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αφενός μέσω της εξομοίωσης των ζώων και των ανθρώπινων πλασμάτων και αφετέρου μέσω του διαχωρισμού των ανθρώπινων πλασμάτων ‘σε διάφορετικές κατηγορίες’ (σ. 157). Επιπλέον, δεν θέλω μόνο να επιμείνω στη διαφορά ανάμεσα σε ένα ανθρώπινο και ένα μη ανθρώπινο πλάσμα για θεολογικούς ή μεταφυσικούς λόγους, επικαλούμενος, δηλαδή, τη δημιουργία ή την έννοια της ψυχής ως ίδιον του ανθρώπινου πλάσματος, όπως υποστηρίζει μια μακρά χριστιανική παράδοση. Αντιθέτως, θέλω να προειδοποιήσω ότι η προστασία των ζώων, επικεντρωμένη στην έννοια του συμφέροντος και βασισμένη στα δικαιώματα, υπονομεύει πολύ σοβαρά το στάτους των ανθρώπινων πλασμάτων και βάζει σε κίνδυνο το πιο στοιχειώδες ζήτημα σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα : τη ζωή –την ανθρώπινη ζωή. Κατά την άποψή μου, το τίμημα είναι πολύ υψηλό.


Διαβάστε ακόμα


Η διαμάχη για τους μεγάλους πίθηκους (στα αγγλικά)


Ο επικίνδυνος φιλόσοφος (στα αγγλικά)



Αφιέρωμα: νέα δικαιώματα, πρόσφατα άρθρα
Ετικέτες: , ,

|
0 σχόλια »

σχολίασε