ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Randi Gressgård – Η σεξουαλικοποίηση των συνόρων και των ορίων: Φύλο, έθνος και ιδιότητα του πολίτη


Randi GressgårdΗ Randi Gressgård θέτει ερωτήματα γύρω από τη σεξουαλικοποίηση των συνόρων και των ορίων μέσα από μια κριτική συζήτηση σχετικά με τη διαπλοκή του φύλου, της σεξουαλικότητας και της υπηκοότητας. Βασισμένη σε μια κριτική ανάλυση του έργου των Nira Yuval-Davis, Beverley Skeggs και Judith Butler, επαναδιατυπώνει εκ νέου το διάλογο για το φύλο και το κράτος από μια οπτική αποδόμησης και συμπεραίνει ότι η πρόκληση για τις σπουδές φύλου είναι ο διαλογικός εκτοπισμός προς «νέες» μορφές έμφυλης πολυπλοκότητας.



Στο βιβλίο της «Φύλο & Έθνος», η Nira Yuval-Davis διακρίνει τρεις κυρίαρχες διαστάσεις των εθνικιστικών εγχειρημάτων και της κατασκευής των εθνών. Ο πρώτος τύπος κατασκευής των εθνών, ο οποίος βασίζεται στην καταγωγή ή στο γένος, αναφέρεται ως Volknation (λαός- έθνος), ο δεύτερος τύπος, ο οποίος βασίζεται στην κουλτούρα ή τη συμβολική κληρονομιά, αναφέρεται, ως Kulturnation (κουλτούρα-έθνος) και ο τρίτος τύπος, ο οποίος βασίζεται στα πολιτικά δικαιώματα, αποκαλείται Staatnation (κράτος-έθνος) (σ. 21). Η τελευταία αυτή κατασκευή της εθνικότητας φαίνεται ότι εμπεριέχει τους λιγότερους αποκλεισμούς , αφού το Staatnation δεν βασίζεται στην έννοια των βιολογικών ή πολιτισμικών ριζών. Αντιθέτως, προβάλλει μια πολιτειακή διάσταση των εθνικιστικών εγχειρημάτων, εστιάζοντας στην ιδιότητα του πολίτη ως παράγοντα καθορισμού των ορίων του έθνους. Εντούτοις, όπως σημειώνει η Yuval-Davis, υπάρχουν πράγματι νομικοί και ηθικοί περιορισμοί, οι οποίοι εμποδίζουν διάφορες περιθωριακές ή μειονοτικές ομάδες να εκφράσουν τα θρησκευτικά και πολιτισμικά πιστεύω τους ή τις οικονομικές ανάγκες τους ισότιμα. Η Yuval-Davis τονίζει ότι οι θρησκευτικές, εθνικές και σεξουαλικές μειονότητες, συχνά, τοποθετούνται εκτός των ορίων της εθνικής «ηθικής κοινότητας», αλλά εντός του πολιτειακού έθνους (σ. 85). Θέλω να αναφερθώ σε αυτό το ζήτημα θέτοντας ερωτήματα γύρω από τη σεξουαλικοποίηση των συνόρων και των ορίων μέσα από μια κριτικής συζήτηση σχετικά με τη διαπλοκή του φύλου, της σεξουαλικότητας και της υπηκοότητας. Σκοπός μου είναι να ερμηνεύσω εκ νέου το διάλογο για το φύλο και το κράτος από μια οπτική αποδόμησης.


Εγκάρσια πολιτική


Σύμφωνα με τη Yuval- Davis, είναι σημαντικό να μη θεωρούμε την κοινότητα που βασίζεται στην ιδιότητα του πολίτη ως δεδομένη φυσική μονάδα στην οποία μπορεί κάποιος είτε να ανήκει είτε όχι. Στο βαθμό που η κοινότητα εκλαμβάνεται ως δεδομένη, οι διαφορές με όρους πολιτισμικής, πολιτικής και σεξουαλικής διαφοροποίησης θεωρούνται ως παθολογικές αποκλίσεις, οι οποίες αποτελούν απειλή για την κοινότητα (σ. 73). Υποστηρίζει δε ότι οι πολιτικές ταυτότητας, που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή αυτού του είδους της «ηθικής κοινότητας», τείνουν όχι μόνο προς το να ομογενοποιούν και να παρουσιάζουν ως φυσικές τις κοινωνικές κατηγορίες και ομάδες; αλλά επίσης τείνουν προς το να αρνούνται τα διαρκώς μεταβαλλόμενα όρια των ταυτοτήτων και τις εσωτερικές διαφοροποιήσεις της εξουσίας και τις συγκρούσεις συμφερόντων (σ. 119).


Ενάντια στην ουσιαστικοποίηση των πολιτικών ταυτότητας, η Yuval- Davis υιοθετεί την θέση του Stuart Hall (1987: 44) ότι «όλες οι ταυτότητες κατασκευάζονται μέσω των διαφορών» και υποστηρίζει ότι οι κατασκευές των ορίων, των «μονάδων» ή των «ενοτήτων» είναι εύκαμπτες και ανοιχτές, χωρίς να αφήνουν χώρο για πολιτικές αποκλεισμού. Η Yuval- Davis διαφωνεί με την άποψη ότι οι οριοθετήσεις ανοίγουν το δρόμο προς την πολιτική κινητοποίηση και υποστηρίζει ότι όλες οι φεμινιστικές (και άλλες δημοκρατικές) πολιτικές θα έπρεπε να θεωρούνται ως μορφές πολιτικών συνασπισμού (coalition politics), όπου οι διαφορές μεταξύ των γυναικών (ή άλλων σχετικών δημοκρατικών ομαδοποιήσεων) αναγνωρίζονται και τους δίνεται φωνή (1997:126). Με άλλα λόγια, υποστηρίζει την «εγκάρσια πολιτική».


Τονίζοντας τις διαφορετικές θέσεις από τις οποίες διαφορετικές ομάδες βλέπουν την πραγματικότητα, η Yuval- Davis αναφέρεται στο βιβλίο της Patricia Hill- Collins «Μαύρη Φεμινιστική Σκέψη» (1990). Η Hill- Collins στο βιβλίο της υποστηρίζει ότι κάθε ομάδα μιλάει από τη δική της θέση και μοιράζεται τη δική της μεροληπτική, αποσπασματική γνώση (σ. 88). Στο πλαίσιο αυτής της ιδιαίτερης μορφής επιστημολογίας της θέσης (standpoint epistemology), η βάση της γνώσης που οδηγεί στην ενδυνάμωση προκύπτει περισσότερο από το διάλογο, παρά από τη σταθερότητα της θέσης. Όπως επεξηγεί η Yuval- Davis, τα μέρη που βρίσκονται σε διάλογο, αν και έχουν τις ρίζες τους στις δικές τους εμπειρίες, δείχνουν εμπάθεια για τις διαφορετικές θέσεις των συμμετεχόντων στο διάλογο (σ. 88). Συνεπώς, αν και η ορολογία που χρησιμοποιεί η Yuval- Davis διαφέρει κάπως από της Hill- Collins, φαίνεται ότι υποστηρίζει τις βασικές υποθέσεις της επιστημολογίας της θέσης. Αυτή η επιστημολογία φαίνεται να γίνεται ιδιαίτερα ορατή στους όρους «προέλευση» (rooting) και «μεταβαλλόμενο» (shifting), όπως αυτές οι έννοιες χρησιμοποιούνται στις εγκάρσιες πολιτικές:


Η ιδέα είναι ότι κάθε συμμετέχουσα στο διάλογο φέρει μαζί της την προέλευση της που σχετίζεται με την ιδιότητα του μέλους και την ταυτότητά της, αλλά ταυτόχρονα προσπαθεί να μεταβληθεί για να ενταχθεί σε μια κατάσταση ανταλλαγής με γυναίκες που έχουν διαφορετικές προελεύσεις με βάση την ιδιότητα μέλους της ομάδας και άλλες ταυτότητες (σ. 130).


Η υπόθεση που κάνει είναι ότι «οι επιστημολογικές κοινότητες, οι οποίες μοιράζονται κοινά συστήματα αξιών, μπορούν να υπάρχουν διαπερνώντας τις διαφορετικές θέσεις και ταυτότητες» (βλ. Yuval- Davis 1997: 131). Η Yuval- Davis υπαινίσσεται, μάλλον, ότι η αλληλεγγύη εξαρτάται από την ομοφωνία σε θέματα αξιών, ακόμα και αν τα πρότυπα κρίσης δεν είναι ενιαία ή δεδομένα. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχει διάλογος μεταξύ εκείνων που έχουν διαφορετικές τοποθετήσεις, έτσι, ώστε τα μέρη να επιτύχουν μία κοινή οπτική και επιπλέον, ότι η αλληλεγγύη βασίζεται στην κοινή γνώση, η οποία επιβεβαιώνεται από ένα συμβατό σύστημα αξιών (σ. 88).


Η ηθική κοινότητα του έθνους και η υπηκοότητα


Στο βαθμό που η Yuval- Davis θεωρεί τις «επιστημολογικές κοινότητες» ως ένα μοντέλο για την ιδιότητα του πολίτη, σημαίνει ότι σε σχέση με το ανήκειν, οι πολίτες πρέπει να προσχωρούν στα ίδια (κοινά) δεδομένα αξιών ανεξάρτητα από το πόσο διαφορετικοί μπορεί να είναι σε ό,τι αφορά την εθνότητα, τη θρησκεία, τη σεξουαλικότητα και τους άλλους άξονες της διαφοράς. Το κρίσιμο ζήτημα είναι, αν οι εγκάρσιες πολιτικές δίνουν τη δυνατότητα σε μια κοινότητα πολιτών να ενσωματώσει θρησκευτικές, εθνικές και σεξουαλικές μειονότητες, χωρίς να τις τοποθετεί εκτός της εθνικής «ηθικής κοινότητας», ενώ βρίσκονται εντός του πολιτειακού έθνους.


Στη βάση του επιχειρήματος της Beverley Skeggs, όπως ξετυλίγεται στα βιβλία της «Διαμορφώσεις Τάξεων και Φύλου» (Formations of Class and Gender, 1997) και «Τάξη, Εαυτός, Κουλτούρα» (Class, Self, Culture, 2004), θέλω να υποστηρίξω ότι οι εμπειρίες των μερών που συμμετέχουν στον εγκάρσιο διάλογο πρέπει αφενός να αναγνωρίζονται σύμφωνα με μια μοντέρνα έννοια του ατομισμού, και αφετέρου να υπάγονται σε ένα κοινό πρότυπο ηθικής κρίσης. Η Skeggs σημειώνει ότι η θεώρηση της εμπειρίας σαν να ήταν ιδιοκτησία του ατόμου χρονολογείται στην Αγγλία του 17ου αιώνα (2004: 21). Η κατοχή της εμπειρίας έγινε κομμάτι αυτού που καθορίζει το άτομο και είναι αυτό, το οποίο κάνει τους ανθρώπους μοναδικούς (1997: 24). Όπως επισημαίνει η Skeggs, ήταν μόνο οι αστοί (αρσενικοί κυρίως) της αστικής τάξης που θεωρούνταν κάτοχοι πλήθους εμπειριών και η συγκεκριμένη προσέγγιση της ατομικής εμπειρίας χαρακτηρίζεται από μία ιδιαίτερη εθνική τάση.


Επομένως, η αναπαράσταση των εμπειριών κάποιου σχετίζεται πολύ στενά με τη αναγνώριση στο επίπεδο του λόγου, μέσα στα πλαίσια των ιδιωμάτων του έθνους κράτους. Αυτή φαίνεται, επίσης, να είναι και η περίπτωση του εγκάρσιου φεμινισμού ο οποίος βασίζεται στην υπόθεση ότι η γνώση πηγάζει από την (κοινή) εμπειρία. Παρόλο που κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η επιστημολογία θέσης αποτελεί ρήξη με τον ψευδο-οικουμενισμό των ατομικισμό των λευκών αρσενικών της μεσαίας τάξης, η σχέση εμπειρίας και ερμηνείας παραμένει αδιάρρηκτη (βλ. σ. 25). Στο βαθμό που η εμπειρία θεωρείται η πηγή της γνώσης, αναγνωρίζονται ορισμένες ομάδες ως αυθεντίες, ενώ άλλες αποσιωπούνται (σελ. 26, cf. Brown 1995, 2005). Η Skeggs αναφέρει ότι, όπως ακριβώς ορισμένοι μόνο άνθρωποι θα μπορούσαν να ανήκουν σε ένα έθνος, έτσι και ορισμένοι μόνο αναγνωρίζονται ότι κατέχουν τη «σωστή» εμπειρία (2004: 22, cf. Scott 1992).


Η συγκεκριμένη ανάλυση έρχεται αδιαμφισβήτητα σε αντίθεση με την εγκάρσια επιστημολογία, αλλά παρ’ όλα αυτά –παραδόξως, ίσως- φαίνεται να είναι σε συμφωνία με την κατάσταση που περιγράφει περιέγραψε η Yuval- Davis (1997), όπου επισημαίνει ότι μερικοί άνθρωποι αποκλείονται από την εθνική «ηθική κοινότητα», αλλά, ωστόσο, παραμένουν εντός του πολιτειακού έθνους. Σύμφωνα με τη Skeggs, οι γυναίκες της εργατικής τάξης δεν αναγνωρίζονται ως «σωστοί» πολίτες μέσω καθιερωμένων ερμηνευτικών συστημάτων (2004: 166), δηλαδή από τη γλώσσα της αξιολόγησης (σελ. 169). Σε σύγκριση με το ιδανικό της αστικής τάξης, δεν έχουν αναγνωρίσιμη δημόσια αξία και γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να χρήζουν νόμιμης αναγνώρισης από το έθνος κράτος στο οποίο ανήκουν (σ. 178, 179). Όπως εξηγεί η Skeggs, οι αποκλεισμένοι είναι το θεμέλιο του κρατικού αποκλεισμού∙ ανήκουν στην κατηγορία homo sacer (με αναφορά στο βιβλίο του Giorgio Agamben) (βλ. Skeggs 2004: 179-180). Καθώς είναι ανάξιες να ανήκουν στο έθνος, δεν είναι δυνατόν να κατοχυρώσουν δικαιώματα από το έθνος μέσω της πολιτικής της αναγνώρισης (σελ. 184). Και η Elizabeth Grosz συμφωνεί και εξηγεί ότι η αναγνώριση είναι η δύναμη της συντήρησης, συνενώνοντας το νέο και αυτό που δεν έχουμε διανοηθεί ποτέ με αυτό που είναι ήδη γνωστό (2001: 103).


Ξεκάνοντας το φύλο και το έθνος


Στο βιβλίο της «Ξεκάνοντας το Φύλο» («Undoing Gender»- 2004) η Judith Butler αναλύει διεξοδικά το πρόβλημα της αναγνώρισης και αποκαλεί «νέες» τις μορφές έμφυλης πολυπλοκότητας, τις οποίες δεν έχουμε παραδεχθεί ως υπαρκτές, εξαιτίας των κανόνων που κυριαρχούν στην πραγματικότητα (σ. 31). Οι ερωτήσεις της Butler σχετικά με το φύλο, τη σεξουαλικότητα και το έθνος είναι οι εξής: «Υπάρχει κάποιος τρόπος να ξεφύγουμε από αυτόν τον κύκλο όπου η ετεροφυλοφιλία αποτελεί μονολιθική κουλτούρα και η μονολιθική κουλτούρα επιβάλλει και καθιερώνει εκ νέου την ετεροφυλοφιλία;» (σ. 124). «Θα βρούμε τον άνθρωπο να ξεχωρίζει μέσω αφηγηματικών δομών, οι οποίες δεν μπορούν να περιορίζονται σε μία ιστορία, την ιστορία της ίδιας της κεφαλαιοποιημένης Κουλτούρας;» (σ. 128).


Η Butler, λοιπόν, φαίνεται να υποθέτει μία δυναμική μεταξύ της συγγένειας και του κράτους (ιδιότητα του πολίτη) στην οποία το «νέο» δεν είναι απλά ένας αρνητικός αντικατοπτρισμός των παλιών κανόνων, αλλά συνοδεύει έναν εκτοπισμό του φύλου (βλ. και Butler 2000). Ενώ ο εγκάρσιος διάλογος μοιάζει να υποδηλώνει ότι αναγνωρίζουμε τους άλλους ως ανθρώπινα όντα στο βαθμό που είναι άνθρωποι, όπως είμαστε και εμείς, η Butler φαίνεται να υποστηρίζει ότι οι καθιερωμένες συμβολικές δομές μας- σύνορα και όρια – θα έπρεπε να προβληθούν και να εξεταστούν μέσω μιας σχέσης διαλογικού εκτοπισμού. Σε αντίθεση με τον εγκάρσιο διάλογο, ο οποίος βασίζεται στην επιστημολογία της προέλευσης (rooting) και της «μεταβολής» (shifting), θα σήμαινε ότι η αντίληψή μας για τον άνθρωπο εμποδίζεται και αμφισβητείται απάνθρωπα και ότι εμείς γινόμαστε μάρτυρες του μη αναγνωρίσιμου μέσω της αναζήτησης νέων ιδιωμάτων και κριτηρίων κρίσης (Lyotard 1991). Πέρα από την έννοια της «επιστημολογικής κοινότητας», ο διαλογικός εκτοπισμός θα εμπεριέχει, λοιπόν, μια κριτική παρέμβαση με όρους διάλυσης του φύλου και του έθνους, έτσι, ώστε οι «νέες» μορφές έμφυλης πολυπλοκότητας και ιδιότητας του πολίτη, να μπορούν ενδεχομένως να ενταχθούν στη συζήτηση του καταληπτού.


Βιβλιογραφία

Agamben, Giorgio (1998): Homo Sacer: Sovereign Power and Bare Life (trans. Daniel Heller-Roazen). Standford: Stanford University Press.

Brown, Wendy (1995): States of Injury: Power and Freedom in Late Modernity. Princeton: Princeton University Press.

––– (2005): “Freedom Silences”. In Edgework: Critical Essays on Knowledge and Politics. Princeton and Oxford: Princeton University Press.

Butler, Judith (2004): Undoing Gender. New York: Routledge.

Grosz, Elisabeth (2001): Architecture from the Outside. Essays on Virtual and Real Space. Cambridge, MA and London: The MIT Press.

Hall, Stuart (1987): “Minimal Selves”, in Identity, The Real Me. ICA Document 6. London: ICA, pp. 44-6.

Hill-Collins, Patricia (1990): Black Feminist Thought: Knowledge, Consciousness and the Politics of Empowerment. London: HarperCollins.

Lyotard, Jean-François (1991): The Inhuman. Cambridge: Polity Press.

Scott, Joan (1992): “Experience”. In Butler, Judith and Scott, Joan (eds.): Feminists Theorize the Political. New York and London: Routledge.

Skeggs, Beverley (1997): Formations of Class and Gender. London, Thousand Oaks and New Delhi: Sage.

––– (2004): Class, Self, Culture. London and New York: Routledge.

Yuval-Davis, Nira. 1997. Gender & Nation. London, Thousand Oaks and New Delhi: Sage.




Αφιέρωμα: read also, φύλο/σύνορα
Ετικέτες: , , ,

|
0 σχόλια »

σχολίασε