ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Rosalind Gill – Από σεξουαλικό αντικείμενο, σεξουαλικό υποκείμενο: Η επιστροφή της σεξοποίησης του γυναικείου σώματος στα μέσα ενημέρωσης


Η εικόνα του αυτόνομου, ενεργού, επιθυμητού υποκείμενου έχει γίνει-θα έλεγα- κυρίαρχη σε ό, τι αφορά την απεικόνιση των νέων γυναικών από τα νέα μέσα. Με αυτό τον τρόπο όμως, υποστηρίζει η Rosalind Gill, το σεξουαλικό υποκείμενο κατέληξε να γίνει αντικείμενο με νέα, ακόμη πιο επιβλαβή, επίφαση.



Γκομενάρα με Εκπληκτικά Βυζιά


Πριν από λίγο καιρό το μπλουζάκι FCUK (Γκομενάρα με Εκπληκτικά Βυζιά) ήταν από τα είδη που είχαν τις καλύτερες πωλήσεις στο γνωστό βρετανικό κατάστημα της μόδας French Connection. Όπως το μπλουζάκι ‘fcuk me’ του French Connection και το εμπνευσμένο από το Παγκόσμιο Κύπελλο μπεστ-σέλλερ ‘fcuk football’, είχε κι αυτό τεράστια επιτυχία. Το έβλεπες παντού, στα στήθη των κοριτσιών και των νεαρών γυναικών, να ανταγωνίζεται στους δρόμους, στα κλαμπ και τον υπόγειο άλλα παρόμοια μπλουζάκια που δήλωναν αυτή που τα φορούσε ‘γκομενάκι’ ή ‘πορνο-σταρ’ ή ‘έτοιμη για όλα’, ή έδιναν οδηγίες όπως ‘άγγιξέ με’ ή ‘πίεσε εδώ’. Ακόμη και το δικό μου πανεπιστήμιο, το London School of Economics, πέρασε στη δράση με ένα μπλουζάκι σχεδιασμένο, υποθέτω, για να υποδηλώσει ένα συνδυασμό ομορφιάς και μυαλού, σεξ και επιτήδευσης: ‘LSE BABE’ (Γκομενάκι του LSE).


Αυτό που με εντυπωσίασε στο μπλουζάκι ‘Γκομενάρα με Εκπληκτικά Βυζιά’ δεν ήταν απλώς ότι προβάλλει το στοιχείο του σεξ, αλλά και ότι το κείμενο παραπέμπει σε αντικείμενο. Μια γενιά πριν, πολλές γυναίκες μάχονταν και αγωνίζονταν για να μην παρουσιάζονται ως αντικείμενα, να μην προσδιορίζονται από το μέγεθος του στήθους τους, να μην καταναλώνονται ως απλά σεξουαλικά αντικείμενα και σήμερα οι νέες γυναίκες πληρώνουν αρκετά χρήματα (αυτά τα μπλουζάκια δεν είναι φτηνά, κοστίζουν 20-30 $) για να παρουσιάζονται με αυτό τον τρόπο.


Τι συμβαίνει εδώ; Πιστεύω ότι αυτά τα μπλουζάκια αποτελούν ένα από τα πολύ ορατά παραδείγματα μιας μεταστροφής που παρατηρείται στη λαϊκή κουλτούρα εδώ και πολλά χρόνια- τη συνειδητή και ηθελημένη επιστροφή στη σεξοποίηση και εμπορευματοποίηση του γυναικείου αλλά και του ανδρικού σώματος- ως συνέχεια της φεμινιστικής κριτικής που εξουδετέρωσε τα πιο φανερά τουλάχιστον παραδείγματα της μετατροπής του γυναικείου σώματος σε αντικείμενο. Πηγαίνοντας καθημερινά στη δουλειά μου, στο Λονδίνο, με το λεωφορείο και τον υπόγειο, με υποδέχεται ένας ‘καταιγισμός στήθους’ που υπερβαίνει κατά πολύ αυτόν των φεμινιστριών τη δεκαετία του 1970, κι ενώ εκείνες μουτζούρωναν γκράφιτι ή τοποθετούσαν αυτοκόλλητα στις προσβλητικές διαφημίσεις, σήμερα αυτού του είδους οι απεικονίσεις θεωρούνται νορμάλ (ή, όπως έχω πει σε άλλη ευκαιρία, οι εν δυνάμει κριτικές έχουν ‘ειρωνικά ενσωματωθεί’ στις ίδιες τις διαφημίσεις).


Από αντικείμενο του σεξ, σεξουαλικό υποκείμενο


Αυτό που διαφοροποιεί αυτές τις υπερ-σεξουαλικές απεικονίσεις του γυναικείου σώματος από τις προγενέστερες, της δεκαετίας του 1960 και του 1970, είναι ότι αποτελούν σαφώς αντίδραση στον φεμινισμό και με αυτή την έννοια, θα έλεγα, είναι πολύ λιγότερο ‘αθώες’ από τις προηγούμενες σεξοποιημένες απεικονίσεις. Ακόμη περισσότερο, αυτή η διαδεδομένη καταγραφή των γυναικών ως σεξουαλικά αντικείμενα συμβαίνει τη στιγμή ακριβώς που μας λένε ότι οι γυναίκες μπορούν ‘να τα έχουν όλα’ και ότι τα καταφέρνουν καλύτερα από ποτέ- στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο και στη δουλειά.


Οι δημοσιεύσεις των think tanks, τα άρθρα των δημοσιογράφων και οι εμπορικές έρευνες των εταιριών συγκλίνουν στην έννοια ότι γίνεται ‘σεισμός των φύλων’ στη σύγχρονη κοινωνία, ότι οι αξίες του αύριο είναι ‘θηλυκές’ και ότι ‘οι γυναίκες νικούν’. Όπως είπε η Angela Mc Robbie, οι νέες γυναίκες, που έχουν μετατραπεί μεταφορικά σε κομιστές κριτηρίων για τη ‘νέα αξιοκρατία’ στη Βρετανία του Τόνι Μπλερ, είναι επιφορτισμένες να φέρουν την κοινωνική αλλαγή (’Good girls, bad girls?’, στο British Cultural Studies).
.


Από τη μια πλευρά, λοιπόν, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια λαϊκή κουλτούρα σε αυξανόμενο κορεσμό από τις απεικονίσεις των γυναικείων σωμάτων ως αντικειμένων, και από την άλλη με το μονότονο τροπάριο για την ‘επιτυχία των γυναικών’ και την ‘Εξουσία των Κοριτσιών’. Ένας τρόπος για να ερμηνεύσουμε την επιστροφή στη σεξοποίηση του γυναικείου σώματος σ’ αυτό το παράξενο, αντιφατικό πλαίσιο, είναι ότι αποτελεί μέρος της αντίδρασης κατά του φεμινισμού. Πρόκειται ενδεχομένως για επίθεση κατά των γυναικών – οι γυναίκες στη θέση τους- και ταυτόχρονα για καθησυχασμό των αντρών που απειλούνται από τις ολοένα καλύτερες επιδόσεις των γυναικών στις δημόσιες εξετάσεις και τις επιτυχίες τους στο χώρο εργασίας. Σε μια εξαιρετική, διορατική ανάλυση, η Imelda Wheleman αναφέρει ότι έχουμε εισέλθει σε μια εποχή ‘ρετροσεξισμού’, βασισμένη σε πραγματικούς φόβους για κατάρρευση της αρσενικής ηγεμονίας. Ερευνά τη νοσταλγική ποιότητα της σύγχρονης τηλεόρασης, που επιστρέφει σε ένα χρόνο και τόπο κατοικημένο από πραγματικές γυναίκες και εύθυμα ‘αναιδή φιλαράκια’ (σ. 11). Υποστηρίζει ότι οι απεικονίσεις των γυναικών, ‘από τις κοινές μέχρι τις καθαρά προσβλητικές’ εφευρίσκονται ξανά, ως άμυνα, κόντρα στις πολιτιστικές αλλαγές στις ζωές των γυναικών (σ. 11).


Αυτό το επιχείρημα είναι ακαταμάχητο και αρκετά ισχυρό. Αλλά δεν καλύπτει, κατά τη γνώμη μου, όλη την υπόθεση. Ειδικότερα, εστιάζοντας στην επιστροφή χάνεται αυτό που είναι νέο στις σύγχρονες σεξοποιημένες απεικονίσεις των γυναικών. Νομίζω ότι αυτό που βλέπουμε δεν είναι μόνο η επιστροφή σε μια ασφαλή, περασμένη ή μυθική εποχή όπου ‘οι άντρες ήταν άντρες και οι γυναίκες γυναίκες’, αλλά μάλλον η οικοδόμηση μιας νέας θηλυκότητας (ή, καλύτερα, πολλών), οργανωμένης γύρω από τη σεξουαλική αυτοπεποίθηση και αυτονομία. Πράγματι, αυτό που είναι καινούργιο και εντυπωσιακό στις σύγχρονες σεξοποιημένες απεικονίσεις των γυναικών στη λαϊκή κουλτούρα είναι ότι δεν απεικονίζουν (όπως στο παρελθόν) τις γυναίκες ως παθητικά αντικείμενα αλλά ως συνειδητά, ενεργά και επιθυμητά σεξουαλικά υποκείμενα. Πιστεύω πως σε ό, τι αφορά την οικοδόμηση της θηλυκότητας στα μέσα επικοινωνίας και τη λαϊκή κουλτούρα, βρισκόμαστε σε μια μεταστροφή – από το σεξουαλικό αντικείμενο στο σεξουαλικό υποκείμενο.


Πουθενά δεν είναι αυτό πιο σαφές από ό, τι στη διαφήμιση που αντέδρασε στις φεμινιστικές κριτικές οικοδομώντας και πουλώντας στις νέες γυναίκες μια νέα εικόνα: της σεξουαλικά αυτόνομης ετεροφυλόφιλης νέας γυναίκας που παίζει με τη σεξουαλική εξουσία της και είναι ‘έτοιμη για όλα’ για πάντα. Οι παραινέσεις προς τις νέες γυναίκες ‘να είσαι ο εαυτός σου’ και ‘να ευχαριστείς τον εαυτό σου’ είναι εμβληματικές αυτής της μεταστροφής όπου οι γυναίκες παρουσιάζονται ως συνειδητά και ενεργά σεξουαλικά υποκείμενα.


Ένα βήμα μπροστά σε ό, τι αφορά τις απεικονίσεις των γυναικών στα μέσα επικοινωνίας;


Πώς να ερμηνεύσουμε αυτή τη μεταστροφή; Πρόκειται για μια θετική αλλαγή, για μια μετατόπιση από την κατάσταση του παθητικού αντικείμενου, για έναν εναγκαλισμό του αυτόνομου φεμινιστικού υποκείμενου- του δυναμικού απελευθερωμένου υποκείμενου των φεμινιστικών φαντασιώσεων; Δεν νομίζω. Η ερμηνεία μου είναι πιο απαισιόδοξη.


Πρώτον, υπάρχει το πρόβλημα των αποκλεισμών από αυτή την απεικονιστική πρακτική. Είναι σαφές, βλέποντας τις απεικονίσεις στα μέσα επικοινωνίας, ότι μόνο ορισμένες γυναίκες παρουσιάζονται ως ενεργά επιθυμητά σεξουαλικά υποκείμενα. Μόνο οι γυναίκες που επιθυμούν σεξ με άντρες- εκτός όταν ομοφυλόφιλες γυναίκες ‘παίζουν’ για άντρες- αλλά και, εξίσου σημαντικό, μόνο νέες, αδύνατες και όμορφες γυναίκες. Όπως επεσήμανε η Myra MacDonald, οι πιο μεγάλες γυναίκες, οι πιο εύσωμες, οι γυναίκες με ρυτίδες κλπ δεν θεωρούνται ποτέ σεξουαλικά υποκείμενα και τυγχάνουν πάντα προσβλητικών και, μερικές φορές, κακοπροαίρετων απεικονίσεων. Πράγματι, η εικόνα της μη ελκυστικής γυναίκας που επιθυμεί σεξουαλικό παρτενέρ παραμένει μια από τις πλέον διασυρμένες στη γκάμα των λαϊκών πολιτιστικών μορφών.


Δεύτερον, έχει ενδιαφέρον γι’ αυτό που καθιστά αόρατο. Η νέα απεικονιστική πρακτική κρύβει αυτό που ο Robert Goldman αποκαλεί ‘διάφορες μορφές τρομοκρατίας που βιώνουν οι γυναίκες που μετατρέπουν τον εαυτό τους σε αντικείμενο’ (σ. 122).


Υπάρχει η κοινότοπη ψυχική τρομοκρατία που σχετίζεται με το να μην εισπράττεις ‘βλέμματα’ θαυμασμού – δηλαδή, όταν οι άλλοι δεν εγκρίνουν την εμφάνισή σου. Μια παρόμοια αίσθηση τρομοκρατίας εμπεριέχει το φόβο ‘να υποστεί πλήγμα η εμφάνισή σου’- τον βάσιμο φόβο ότι η ηλικία θα μειώσει την αξία και την κοινωνική ισχύ σου. Μια ανάλογη πηγή άγχους εμπεριέχει το φόβο ‘να χάσεις τον έλεγχο’ του βάρους και της εμφάνισής σου….Και υπάρχει και η, πολύ πραγματική, φυσική τρομοκρατία που συνοδεύει την παρουσίαση του εαυτού σου ως αντικείμενο πόθου- ο φόβος του βιασμού και της βίας από μισογύνηδες αρσενικούς (σ. 123).


Αυτό το επιχείρημα ταιριάζει καλά με τη μελέτη της Naomi Wolf για τον διχασμό της ‘καταπίεσης της ομορφιάς’- μια μυστική ‘υποζωή’, μια ‘διάθεση μίσους του εαυτού σου, φυσικών εμμονών, τρόμου της ηλικίας και της απώλειας ελέγχου’ που δηλητηριάζει και υπονομεύει τις γυναίκες (σ. 2). Η Wolf υποστηρίζει ότι ο μύθος της ομορφιάς πλήττει τις γυναίκες φυσικά και ψυχολογικά και τις οδηγεί συνειδητά σε δίαιτες –βασανιστήρια (λιμοκτονίες και πλαστική χειρουργική).


Το τρίτο μείζον πρόβλημα είναι η έννοια ότι οι γυναίκες ευχαριστούν τον εαυτό τους και επιλέγουν ελεύθερα. Οι γυναίκες σ’ αυτές τις διαφημίσεις παρουσιάζονται σαν να επιλέγουν ενεργά να γίνουν αντικείμενα. Αυτή η έννοια της ελεύθερης επιλογής ταιριάζει πολύ καλά με τον ευρύτερο μεταφεμινιστικό λόγο, σύμφωνα με τον οποίο οι γυναίκες είναι αυτόνομες, δεν περιορίζονται πλέον από ανισότητες ή ανισομέρειες εξουσίας και μπορούν να επιλέξουν, με κάποιο τρόπο, ‘να χρησιμοποιήσουν την ομορφιά’ για να αισθανθούν καλά. Η Fay Weldon –η συγγραφέας- το θέτει ως εξής:

Οι νέες κοπέλες γίνονται όλο και πιο όμορφες. Υπάρχει μια επιστροφή στη θηλυκότητα, αλλά μου φαίνεται ότι οι περισσότερες κοπέλες δεν δίνουν δυάρα για τους άντρες. Θέλουν να είναι σε φόρμα και υγιείς για τις ίδιες, όχι για τους άντρες (αναφέρεται στον Observer, 25 Αυγούστου 1996).


Ασφαλώς, η ιδέα ότι στο παρελθόν οι γυναίκες ντύνονταν με συγκεκριμένο τρόπο αποκλειστικά και μόνο για να ικανοποιούν τους άντρες είναι γελοία: υποδηλώνει μια θεώρηση της εξουσίας ως κάτι αυταρχικό και φανερό που ασκείται σε εντελώς πειθήνια υποκείμενα (και υπονοεί ότι όλες οι γυναίκες είναι ετεροφυλόφιλες). Η μεταστροφή, όμως, σε σχέση με την έννοια ότι οι γυναίκες απλώς ‘ευχαριστούν τον εαυτό τους’ δεν αποτελεί υποκατάστατο- παρουσιάζει τις γυναίκες ως εντελώς αυτεξούσιες και δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί, εάν απλώς ευχαριστούμε τον εαυτό μας, το αποτέλεσμα είναι μια ίδια ‘εμφάνιση’ – άτριχο σώμα, λεπτή μέση, σφιχτοί γλουτοί κλπ. Επιπλέον αποφεύγει όλα τα ενδιαφέροντα και δύσκολα ερωτήματα για το πώς γίνεται να ενστερνιζόμαστε και να κάνουμε δικά μας ιδεώδη ομορφιάς που φτιάχνοναι από την κοινωνία. Υπάρχουν ομοιότητες εδώ με την ανάλυση της Valerie Walkerdine για τις απαιτήσεις του νεοφιλελευθερισμού σχετικά με το ψυχολογικό υποκείμενο- και ειδικότερα τη σύγχρονη επιταγή να καθίσταται η ζωή κάποιου συνειδητή και αξιόλογη μέσα από θεωρίες για ελεύθερη επιλογή και ριζοσπαστική αυτονομία- όσο περιορισμένη κι αν είναι στην πραγματικότητα.


Τελικά, θα έλεγα ότι αυτή η μεταστροφή συνεπάγεται μια μετατόπιση από ένα εξωτερικό αρσενικό κριτικό βλέμμα σε ένα ναρκισσιστικό βλέμμα αυτό-αστυνόμευσης. Νομίζω ότι αποτελεί μάλλον μια υψηλότερη ή βαθύτερη μορφή εκμετάλλευσης παρά μια μετατροπή σε αντικείμενο-την οποία ενστερνίζεται το αρσενικό βλέμμα για να σχηματίσει ένα νέο πειθαρχικό καθεστώς. Αυτή η απεικονιστική πρακτική υπόσχεται εξουσία στις γυναίκες ως αντικείμενα του πόθου. Τους δίνει στις στάτους ενεργών υποκειμένων έτσι ώστε να μπορούν να ‘επιλέξουν’ να γίνουν σεξουαλικά αντικείμενα γιατί αυτό ταιριάζει με τα ‘απελευθερωμένα’ συμφέροντά τους. Μ’ αυτό τον τρόπο, το στάτους του σεξουαλικού αντικείμενου δεν παρουσιάζεται σαν κάτι που επιβάλλεται στις γυναίκες από άντρες, αλλά σαν μια ελεύθερα επιλεγμένη επιθυμία για ενεργά, σίγουρα για τον εαυτό τους, επιθετικά θηλυκά υποκείμενα. Μια από τις πιο ενοχλητικές πτυχές αυτής της βαθιάς μεταστροφής είναι ότι κάνει την κριτική πολύ πιο δύσκολη.


Συμπέρασμα


Πώς επιδρούν όλα αυτά στις ‘γκομενάρες με εκπληκτικά βυζιά;’ Δεν ασχολήθηκα άμεσα με την αιτία που τόσες πολλές νέες γυναίκες επιλέγουν να απεικονίζονται με αυτό τον τρόπο. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε λεπτομερή εμπειρική έρευνα. Είναι όμως σαφές ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι ερμηνείας που δεν τονίζουν την ‘τεχνητή επίγνωση’ των νέων γυναικών αλλά δίνουν, αντίθετα, έμφαση στον παιχνιδιάρικο ή ειρωνικό χαρακτήρα που έχουν αυτά τα μπλουζάκια, τη διεκδίκηση για σεξουαλική ωριμότητα, το ‘μήνυμα’ στους γονείς, τον φιλήδονο εορτασμό του σεξ στον μετα- HIV/AIDS κόσμο και λοιπά. Όπως άλλα κείμενα, είναι κι αυτά πολυσήμαντα.


Αυτό που προσπάθησα, ωστόσο, να πω είναι πως το γεγονός ότι αυτές οι αυτό-παρουσιάσεις είναι τόσο δημοφιλείς πρέπει να γίνει κατανοητό στο πλαίσιο της γενικότερης μεταστροφής στις απεικονίσεις των νέων γυναικών στα μέσα ενημέρωσης και τη λαϊκή κουλτούρα. Η εικόνα του αυτόνομου, ενεργού, επιθυμητού υποκείμενου έχει γίνει-θα έλεγα- κυρίαρχη σε ό, τι αφορά την απεικόνιση των νέων γυναικών, μέρος της οικοδόμησης του νεοφιλελεύθερου θηλυκού υποκείμενου. Νομίζω όμως ότι το σεξουαλικό υποκείμενο κατέληξε να γίνει αντικείμενο με νέα, ακόμη πιο επιβλαβή, επίφαση.


Το κείμενο έχει δημοσιευθεί σε μία πρώτη μορφή στο περιοδικό Feminist Media Studies.



Αφιέρωμα: πρόσφατα άρθρα, φύλο και νέα μέσα
Ετικέτες: , ,

|
1 σχόλιο »

1 σχόλιο

  1. Ο/Η Γιωργος Θωμαιδης :
    December 12th, 2007 at 22:21

    Πολυ καλο αρθρο!

    Αναρωτιεμαι ως ποτε θα ζουμε με την αυταπατη οτι μπορει ποτε καποιος να φθασει σε αληθινα εντονες και δυναμικες σχεσεις – οχι βιαιες και περατές- μεσα απο διαγωνισμους δυναμης και επιβολης αναμεσα οχι μονο στα φυλα, αλλα στα ανθρωπινα οντα γενικοτερα.

    ισως μια εξοδος απο τον φαυλο αυτο κυκλο θα ηταν να απομυθοποιησουμε τα στερεοτυπα που μας πασαρουν (και που η μονωση μας αναπαραγει)μεσα απο τη διαρκη επληξη που προσφερει το να γνωρισουμε τους αλλους, να τους μιλησουμε καταρχην.

    Αλλοιως, θα ζουμε αυτη την αδιεξοδη καρικατουρα περιστασιακης εξαρσης της σεξουαλικοτητας. Δεν ειναι τυχαιο οτι ο ποθος φθινει συνεχως συμφωνα με ολες τις ερευνες…

    Υπομονη. Υπαρχουν ακομα νοημονα οντα.

    Γιωργος Θωμαιδης
    giorgosthomaidis@hotmail.com


σχολίασε