Dale Carrico – Υπέρτατη μελλοντολογία |
Εκεί που εγώ βλέπω ανθρώπους να ανακαλύπτουν πράγματα και να χρησιμοποιούν τις ανακαλύψεις τους για την επίλυση κοινών προβλημάτων (δημιουργώντας συνήθως νέα προβλήματα), ορισμένοι αυτοαποκαλούμενοι ‘μελλοντολόγοι’ βλέπουν, αντίθετα, ένα ξεδίπλωμα ‘τάσεων’. Κι ανάμεσά τους υπάρχουν ορισμένες υποκουλτούρες μελλοντολογικού χαρακτήρα, που πηγαίνουν ακόμη πιο μακριά, και βλέπουν σε αυτές τις τάσεις φωτεινά μονοπάτια που οδηγούν σε εξιδανικευμένα τεχνοαναπτυξιακά αποτελέσματα στα οποία επένδυσαν ελπίδες προσωπικής υπέρβασης.
Ανάμεσά τους υπάρχουν άνθρωποι που περιγράφονται ως μετανθρωπιστές, singulitarians, extropians, και άνθρωποι με αισιόδοξες προσδοκίες για βιοϊατρική σε νανοκλίμακα και επιστήμη υλικών, τους οποίους μπορεί κανείς δικαίως να αποκαλέσει nano-cornucopiasts. .Άνθρωποι που αυτό-προσδιορίζονται ως ‘μετανθρωπιστές’ τα συγκεντρώνουν όλα αυτά, αλλά οι μερικές επικαλύψεις τους και οι σεχταριστικές διαμάχες τους μαρτυρούν τις συνήθεις πολυπλοκότητες των αμυντικών περιθωριακών υποκουλτούρων, ιδίως εκείνων που τα μέλη τους νομίζουν ότι κρατούν τα Κλειδιά της Ανθρώπινης Ιστορίας. Υποθέτω, λοιπόν, ότι το πρώτο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι οι άνθρωποι εννοούν διαφορετικά πράγματα με τον ‘μετανθρωπισμό’, τόσο εκείνοι που διάκεινται ευνοϊκά ή ταυτίζονται μαζί του, όσο κι εκείνοι που αποδοκιμάζουν ή γελοιοποιούν τα όσα γίνονται στο όνομά του.
Προσωπικά, χρησιμοποιώ τον όρο ‘μετανθρωπισμός’ για να ασκήσω κριτικές που απευθύνονται σε ένα σύνολο μερικώς επικαλυπτόμενων τεχνοουτοπιστικών, τεχνοαναπτυξιακών στάσεων και προγραμμάτων, που όλα τους μοιάζουν να είναι ανησυχητικά αντιδημοκρατικά σε ό,τι αφορά την πρωταρχική επίδρασή τους. Κατά την άποψή μου:
1) Ο μετανθρωπισμός παρουσιάζεται, γενικά, μέσα από τη γνώριμη τάση της σκέψης του Διαφωτισμού, ενισχυμένος από τη βιομηχανοποίηση και, στη συνέχεια, τη μιντιοποίηση, που τείνει σε μια διαστρεβλωμένη, μηχανιστική υπεραπλούστευση, ειδικά σε θέματα ηθικής και κουλτούρας. Τείνει επίσης σ’ έναν συνεχή α-κριτικό τεχνολογικό ντετερμινισμό και τεχνοφιλία, μια τάση σκέψης που δέχτηκε κριτική από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε, από τους Ρομαντικούς (και άλλους) κριτικούς του Διαφωτισμού όπως επίσης κι από υπέρμαχους του Διαφωτισμού.
2) Ενεργοποιεί και υπερβάλει τα γνώριμα, παράλογα πάθη του εργαλειακού ορθολογισμού ( συγκκριμένα, τον φόβο ανικανότητας και τον πόθο παντοδυναμίας) ειδικά σε στιγμές διασπαστικής τεχνοεπιστημονικής αλλαγής όπως η σημερινή.
3) Υποκαθιστά τον πραγματισμό ενός κοσμικού δημοκρατικού οράματος για τη συνεργατική επίλυση προβλημάτων (μέσω συναίνεσης) και το συναινετικό αυτό-προσδιορισμό ( μέσω της πρόνοιας για το γενικό καλό και της διατήρησης της κυριαρχίας του νόμου), με μια πρωτοβουλία βασισμένη στην πίστη. Μια πίστη όπου η τεχνο-επιστήμη συνδέεται με υπερ-εξατομικευμένες φαντασιώσεις προσωπικής ‘υπέρβασης’, ένα όραμα εξιδανικευμένων αποτελεσμάτων και προσωπικών προσδοκιών για υπερμακροβιότητα, υπερνοημοσύνη και υπεραφθονία- ένα όραμα που νομίζω ότι είναι εννοιολογικά συγκεχυμένο και διαταράσσει τη συνετή τεχνοαναπτυξιακή διαβούλευση, στη χειρότερη δυνατή ιστορική στιγμή.
4) Επιβεβαιώνει μια πολιτική βιοϊατρικής ‘βελτίωσης’ που, ευνοώντας ένα τοπικιστικό όραμα ‘περφεξιονισμού’ έναντι μιας συναινετικής ποικιλίας επιθυμητών τρόπων ζωής, καταλήγει πολύ συχνά σε καθαρό ευγονισμό.
5) Επιβεβαιώνει την παράκαμψη, από πλευράς της τεχνοκρατικής ελίτ, της διαβούλευσης με τους πολίτες γύρω από θέματα τεχνοεπιστημονικής αλλαγής ( εξόχως ανησυχητικό αν ληφθεί υπόψη η τάση προς την ευγονική), την οποία αιτιολογεί συνήθως με τη γνώριμη αντιδημοκρατική λογική, ότι η ‘επιτάχυνση της αλλαγής’ δεν γίνεται κατανοητή από τους καθημερινούς ανθρώπους στους οποίους επιδρά ( φυσικά, οποιοσδήποτε χαρακτηρισμός για μονολιθική επιτάχυνση της τεχνοανάπτυξης είναι λανθασμένος και, πιστεύω, ότι συχνά είναι κάτι παραπάνω από μια περιγραφή της καταστροφικής κοινωνικής αστάθειας που προκαλείται από τη φιλελεύθερη χρηματοποίηση της παγκόσμιας εταιρικο-μιλιταριστικής οικονομίας, όπως τη βιώνουν εκείνοι που ωφελούνται από αυτήν, δηλαδή κυρίως οι λευκοί, οι άντρες, οι εύποροι, και μορφωμένοι καταναλωτές στον Βόρειο Ατλαντικό που θεωρούν ότι είναι ‘μετανθρωπιστές’.
6) Βασίζεται, όλο και πιο επιδεικτικά, σε συζητήσεις για έναν Υπαρξιακό Κίνδυνο (κατά την άποψή μου ανάλογες και χειρότερες από τις εξαιρετικά γνώριμες, αντιδραστικές συζητήσεις για τον ‘πόλεμο κατά της τρομοκρατίας’) και σε γεω-μηχανικές αντιδράσεις που ευνοούν την επιβολή έναντι της δημοκρατίας, το εταιρικο-στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα έναντι των αναδυόμενων ομότιμων δικτύων (p2p networks) που επαναστατούν.
7) Υποκαθιστά την πολιτική για τον εκδημοκρατισμό του κοινωνικού αγώνα για τα θέματα των νέων αναδυόμενων τεχνοεπιστημονικών αλλαγών, με μια επικίνδυνη πολιτική υποκουλτούρας, ένα πολιτικό κίνημα που κινητοποιεί την προσωπική και ομαδική ταύτιση με εξιδανικευμένα (συχνά ασυνάρτητα) τεχνοαναπτυξιακά αποτελέσματα, που ορίζονται ως ‘Το Μέλλον’, αλλά στηρίζονται ταυτόχρονα στην από-ταύτιση του μετανθρωπιστικού κινήματος από τους πραγματικούς ζώντες κατοίκους του πλανήτη.
8 ) Αποτελείται στην οργανωτική του δομή από ένα αρχιπέλαγος διασυνδεδεμένων δεξαμενών σκέψης (think-tanks) και οργανώσεις μελών που υποστηρίζονται από ενθουσιώδεις οπαδούς, που ορισμένοι απ’ ταυτούς θυμίζουν ενοχλητικά πιστούς, με ό, τι αυτό σημαίνει για την κοινωνική αποξένωση, τις μανιώδεις δημόσιες σχέσεις και την υπερβάλλουσα ρητορική και που έχουν να κάνουν μάλλον με την προσέλκυση της προσοχής παρά με τη λογική. Κριτικές παρεξηγημένες, που θεωρούνται συκοφαντικές, από τους κοινότυπους μεσαιωνικούς ζωοκεντρικούς μύθους της αυταρχικής ιεραρχίας των Αληθινά Πιστών, μέχρι τους υποτιθέμενους γκουρού, που πλασάρουν την ψευδο-επιστήμη.
Οι κριτικές αυτές είναι μερικώς επικαλυπτόμενες και συγκεκριμένοι μετανθρωπιστές στοχαστές αποτελούν μερικές φορές τον καλύτερο και άλλες τον χειρότερο στόχο τους. Έχω ασκήσει αυτού του είδους τις κριτικές της ‘υπέρτατης μελλοντολογίας’ -επιχειρηματολογώντας και με ορισμένους από τους πλέον πιστούς και ζωηρούς εκπροσώπους των μετανθρωπιστών, των singularitarians και των techno-immortalists, εδω και αρκετά χρόνια. Για μια χρονολογική καταγραφή ορισμένων από αυτές τις αψιμαχίες, συστήνω στους ενδιαφερόμενους να απευθυνθούν στην ανθολόγησή τους στα κείμενα Superlative Summary [Μια υπερθετική περίληψη] και Condensed Critique of Transhumanism [Μια συμπυκνωμένη κριτική του μετανθρωπισμού]
Είναι ένα μεγάλο δίλημμα για την υπέρτατη μελλοντολογία, και τον μετανθρωπισμό ειδικότερα, ότι οι υποστηρικτές τους πιστεύουν ότι το σχέδιο αυτό είναι εξόχως επιστημονικό, τη στιγμή που κανένα από τα αιτήματα που θεωρούν ότι προέρχονται αποκλειστικά απ’ αυτούς δεν έχει συγκεντρώσει επιστημονική συναίνεση, τη στιγμή που κανείς δεν χρειάζεται να γίνει ‘μετανθρωπιστής, ούτε υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος να αποδώσει τον όρο ‘μετανθρωπιστική’ σε κάποια από τις κυρίαρχες τεχνοεπιστημονικές προσπάθειες και θέματα, στα οποία οι διανθρωπιστές στρέφονται όταν επιδιώκουν να αποδείξουν τη νομιμότητά τους.
Πολλοί άνθρωποι ανησυχούν για τις τεχνικές δυνατότητες και τα βιοηθικά διλήμματα των αναδυόμενων μορφών γενετικής, προσθετικής και γνωστικής ιατρικής, αλλά είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε πώς μπορούν ειδικά οι μετανθρωπιστές να συμβάλουν σ’ αυτές τις συζητήσεις, εκτός κι αν η συζήτηση στραφεί για κάποιους λόγους στις γενετικές θεραπείες του υπερεξανθρωπισμού και της υπερμακροβιότητας, θέματα για τα οποία δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη ή ενδιαφέρον ή συμφωνία για την αληθοφάνεια τους.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ανησυχούν για προβλήματα ασφάλειας, και φιλικότητας προς το χρήστη του λογισμικού και των δικτύων, αλλά είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε πώς οι μετανθρωπιστές ειδικά μπορούν να συμβάλουν σ’ αυτές τις προσπάθειες, εκτός κι αν η συζήτηση στραφεί για κάποιους λόγους στο μονίμως μετατιθέμενο όνειρο της παλαιομοδίτικης τεχνητής νοημοσύνης ή τις προοπτικές για τη μετα-βιολογική υπερνοημοσύνη, θέματα για τα οποία δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη ή ενδιαφέρον ή συμφωνία για την αληθοφάνεια τους. Υπάρχουν πολλοί επιστήμονες που εργάζονται στη νανοκλίμακα, γεμάτοι έξαψη και προσδοκίες, αλλά είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε πώς θα μπορούσαν ειδικά οι μετανθρωπιστές να συμβάλουν στο έργο τους, εκτός κι αν η συζήτηση στραφεί για κάποιους λόγους στην έλευση των ‘νανοεργοστασίων’, προγραμματισμένες πολύ-συσκευές που αναπαράγονται σε θερμοκρασία δωματίου και μεταμορφώνουν φτηνή πρώτη ύλη σε περίπου οποιοδήποτε επιθυμητό αγαθό με μέθοδο λογισμικού, θέματα για τα οποία δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη ή ενδιαφέρον ή συμφωνία για την αληθοφάνεια τους.
Μολονότι οι υπέρμαχοι της υπέρτατης μελλοντολογίας δηλώνουν ότι οι συζητήσεις τους είναι εντελώς επιστημονικές, κανείς μπορεί να δει ότι καθώς προχωρά η κουβέντα μπερδεύονται μεταξύ επιστήμης και επιστημονικής φαντασίας, σε μια υπερβολική, διαφημιστική συζήτηση (δεν είναι τυχαίο ότι οι επενδυτές μιλούν επίσης για τα ‘μέλλοντα’). Ενώ προσπαθούν να αποσπάσουν το ενδιαφέρον και τον προβληματισμό των πολιτών για τις σημερινές ανακαλύψεις και τεχνικές στη νανοκλίμακα, οι συζητήσεις αυτών των nano-cornucopiasts κατακλύζονται από υπέρτατες αναφορές που θυμίζουν κατά πολύ τον ψηφιακό ουτοπισμό και τις συζητήσεις για εικονικότητα της τελευταίας δεκαετίας, ή τις ενεργοποιημένες συζητήσεις για αυτοματοποίηση και πλαστική ύλη στη μεταπολεμική περίοδο, πριν απ’ αυτό, ή το αλχημικό σχέδιο μετατροπής του γραφίτη σε χρυσό, ολόκληρους αιώνες πριν απ’ αυτό.
Η προσδοκία της υπεραφθονίας θυμίζει την πολύ οικεία εισβολή της παιδιάστικης φαντασίωσης στην παράκαμψη της μάχης για τα αναγκαία: σε ψυχαναλυτικούς όρους, είναι ο πόθος για επιστροφή στην πληρότητα που εκπροσωπείται από την Αρχή της Ηδονής (Pleasure Principle) και την απάρνηση όσων εκπροσωπούνται από την Αρχή της Πραγματικότητας (Reality Principle). Ή, με άλλους όρους, είναι μια αντι-πολιτική φαντασίωση για την παράκαμψη της μάχης για συμφιλίωση της βαθιάς ριζωμένης ποικιλίας των προσδοκιών των ομότιμων μας με τους οποίους μοιραζόμαστε τον κόσμο (από την ώρα που όλοι είναι ικανοποιημένοι, μια ενοχλητική, σε προσωπικό επίπεδο, συμφιλίωση δεν είναι αναγκαία). Σε ό, τι αφορά και τις δυο αυτές πτυχές, μου φαίνεται ότι αυτή η υπέρτατη προσδοκία αποτελεί μια παράλογη αποπομπή του πυρήνα που ο Διαφωτισμός θεωρεί ουσία του- της μάχης για αυτόνομη ενηλικιότητα ( αντί για εξάρτηση από γονείς, ιερείς ή άλλες αρχές), και, εννοιολογικά, μέσω της γενικής ευημερίας και της κυριαρχίας του νόμου, για τη διαφιλονικούμενη δημόσια σφαίρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλοί υπέρμαχοι της υπέρτατης μελλοντολογίας διαφημίζουν τους εαυτούς τους ως υποδείγματα του ‘Διαφωτισμού’, την ώρα που βρίσκονται σε κατάσταση παιδισμού, αντι-πολιτικότητας και παραλογισμού.
Ούτε προτίθεμαι να περιγράψω ως ιδιαίτερα επιστημονικές τις συζητήσεις για την Υπέρτατη ‘Μοναδικότητα’, που ενθαρρύνουν τη φαντασίωση της προσωπικής επίτευξης ή της μαρτυρίας σχετικά με την έλευση της μεταβιολογικής υπερνοημοσύνης, τον Θεό Ρομπότ που, εάν είναι ‘Φιλικός’, θα μας λύνει όλα τα προβλήματα ή που εάν είναι ‘Μη Φιλικός’ σηματοδοτεί το τέλος του κόσμου, σε κάθε περίπτωση μια Μοναδικότητα που σφραγίζει το τέλος της ιστορίας. Ούτε τις συζητήσεις για τους υπέρτατους techno- immortalist που ενθαρρύνουν τη φαντασίωση της προσωπικής αθανασίας, μέσω της ‘μετανάστευσης’ μυαλών μετουσιωμένων σε εγκεφάλους, στην τελείως διαφορετική υλικότητα των ψηφιακών δικτύων ή των σωμάτων-ρομπότ.
Κοινή σε όλες αυτές τις συζητήσεις είναι η απογύμνωση ενός οικείου φαινόμενου (όπως η προσωπική ιδιότητα, η εξυπνάδα, η απελευθέρωση ή η ζωή) της σημερινής οργανικής, κοινωνικής, ιστορικής και βιολογικής ουσίας και ενός πλαισίου το οποίο, μέχρι στιγμής, ήταν πάντα κατανοητό, πιθανώς ως τελικό κόστος της συνοχής τους ως ιδέες, αλλά που δίνει μια αποζημίωση για την απογύμνωση της ουσίας με μια επένδυση ενισχυμένης μεσολάβησης. Αυτές οι υπερβολικές προσδοκίες μοιάζουν να λειτουργούν λίγο-πολύ ως ψευδοεπιστημονικοί συσχετισμοί στις συμβατικές διαβεβαιώσεις της θεολογίας- παντογνωσία, παντοδυναμία, ευεργεσία- που ερμηνεύονται από το σχέδιο σύλληψης της υπερφυσικής θεότητας του Θεού σε σχέδιο θεώρησης της προσωπικής υπερβατικότητας ως υπερφυσικής ημι-θεότητας, μέσω της τεχνοεπιστήμης. Αρκεί να πω ότι, κατά την άποψή μου, η επιστήμη δεν συλλαμβάνει τις υπέρτατες προσδοκίες, αλλά δίνει το πρόσχημα και την εκλογίκευση για την ανοχή πρωτοβουλιών που είναι βασισμένες στην πίστη.
Αυτός ο εξαιρετικός ισχυρισμός πίστης απαιτεί εξαιρετικά στοιχεία και υπομονετικές λεπτομέρειες. Οι μελλοντολόγοι έχουν να κάνουν με μια ολόκληρη πλειάδα προσδοκιών για εκπληκτικές διεκδικήσεις- προσδοκίες για υπερ-εξανθρωπισμό, ημι- αθανασία και παραδείσια πληρότητα- και παρόλα αυτά οι διανθρωπιστές ζητούν, με τις συζητήσεις τους, ως τίμημα της σκεπτικιστικής δέσμευσης, να εξοικειωθούν οι κριτικοί με στιγμιαίες ‘τεχνικές’ διαμάχες, που η καταλληλότητά τους εξαρτάται από την προηγούμενη αποδοχή της συνολικής περιθωριακής συζήτησης στην οποία έχουν εγκλωβιστεί. Στο μεταξύ, η δημόσια ζωή που υπερασπίζονται, ανεξάρτητα από τις ‘τεχνικές’ λεπτομέρειες που επιμένουν να κατοχυρώσουν, εξακολουθεί να προχωρεί σε ένα επίπεδο γενικότητας και υπερβολής, που είναι κυρίως φτιαγμένο από μεταφορές, αναφορές μύθων, ενεργοποιήσεις παιδιάστικων φαντασιώσεων και που υποστηρίζεται, ως επί το πλείστον, από αόριστες ικεσίες και αναπόφευκτη πρόοδο, θριαμβευτική υπερ-απλούστευση και κάποιες ‘αποδείξεις ύπαρξης’, συνήθως δανεισμένες από τη βιολογία. Αυτές δεν είναι ανάλογες με τα εξιδανικευμένα αποτελέσματα που καθοδηγούν την υπέρτατη μελλοντολογία, τουλάχιστον όχι στο βασανιστικό επίπεδο της λεπτομέρειας που αφορά τους συναινετικούς επιστήμονες και τους υπεύθυνους διαμορφωτές πολιτικής και όχι ιδιαίτερα τους ιδεολόγους, τους ιερείς και τους υποτιθέμενους καλλιτέχνες.
Η υπέρτατη μελλοντολογία δεν είναι, συνεπώς, επιστήμη. Αποτελεί μέρος μιας συζήτησης, που καιροσκοπικά παίρνει μια εξαιρετικά επιλεκτική σειρά επιστημονικών αποτελεσμάτων και ιδεών και τα διοχετεύει σε ένα πλήθος ευσεβών, πολύ παλιών και γνώριμων φαντασιώσεων, ως όνειρα περί αφθαρσίας, βεβαιότητας, αθανασίας και αφθονίας που καταφέρονται εναντίον των ορίων της ανθρώπινης κατάστασης.
Οι συζητήσεις για την υπέρτατη μελλοντολογία αποτελούν παραφορά και διαταραχή εκείνων των πτυχών του διαφωτισμού που μπορούν να κινητοποιήσουν τη συλλογική εξυπνάδα, την ικανότητα συναίνεσης, τη διαφοροποίηση της δημόσιας ζωής και την πρακτική λύση των κοινών προβλημάτων. Η πρόοδος δεν είναι υπερβατικότητα, ούτε ο διαφωτισμός είναι άρνηση των ανθρώπινων ορίων. Υπάρχει ήδη αρκετή επιδίωξη εντυπωσιασμού και αρκετός παραλογισμός, που διαστρέφουν την απολύτως αναγκαία δημόσια διαβούλευση για, παραδείγματος χάριν, τα περιβαλλοντολογικά και βιοηθικά διλήμματα της διασπαστικής τεχνοεπιστημονικής αλλαγής.
Αφιέρωμα: right-front, μετανθρωπισμός
Ετικέτες: Dale Carrico , p2p , βιολογία , διαφωτισμός , μετανθρωπισμός