ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Lydia Munyi – Μια κριτική εξέταση της πρωτοβουλίας διαφάνειας για την εξορυκτική βιομηχανία: Πώς μπορεί να ωφελήσει τους φτωχούς στις εξαρτώμενες από τα ορυκτά οικονομίες;


Lydia Munyi

Η “κατάρα των φυσικών πόρων” είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αποτυχία των χωρών που είναι πλούσιες σε πόρους να ωφεληθούν από τον φυσικό πλούτο τους (Sachs and Warner, 1997). Eίναι κάτι πολύ ορατό στην Αφρική, όπου η Αγκόλα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το Σουδάν σπαράσσονται από εμφύλια διαμάχη (Humphreys κ.α., 2007), όπως επίσης στη Νιγηρία, που μολονότι είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στην Αφρική και κατατάσσεται στην έκτη θέση μεταξύ των χωρών παραγωγών πετρελαίου στον κόσμο (OPEC, 2011), αδυνατεί, εξαιτίας της ενδημικής διαφθοράς, να παράσχει κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη στους περισσότερους από τους πολίτες της (Gylafson, 2001). Η “κατάρα των πόρων” είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από δυο διαστάσεις: την οικονομική και την πολιτική (Stiglitz, 2002). Η οικονομική, που αναφέρεται και ως “ολλανδική ασθένεια”, οφείλεται στην υψηλή νομισματική αξιολόγηση που επιδρά αρνητικά στις άλλες εξαγωγικές βιομηχανίες, ενώ η πολιτική είναι αποτέλεσμα της ανεπάρκειας των θεσμικών παραγόντων που οδηγεί σε υψηλά επίπεδα διαφθοράς και κερδοσκοπίας. Σύμφωνα με τις σχετικές μελέτες, η κατάρα είναι πρωταρχικά πολιτικό και όχι οικονομικό φαινόμενο (Auty, 1993, Karl, 2007, Bracking, 2009).


Ένα παράδειγμα για τις προσπάθειες που έχουν γίνει για την αντιμετώπιση της “κατάρας των πόρων” αποτελεί η EITI ( Extractive Industries Transparency Initiative) Πρωτοβουλία Διαφάνειας για τις Εξορυκτικές Βιομηχανίες) η οποία ιδρύθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα και χώρες χορηγούς το 2002. Στόχος της EITI είναι να καταπολεμήσει την πολιτική διάσταση της “κατάρας των πόρων” μέσω της αυξημένης διαφάνειας των εσόδων στους εξορυκτικούς τομείς (EITI, 2008). Μολονότι αυτή η προσέγγιση επιδιώκει να αυξήσει τη λογοδοσία των κυβερνήσεων έναντι των πολιτών τους, όπως και να στηριχθεί στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών [Civil Society Organisations- CSOs], (EITI, 2008), διάφοροι περιορισμοί παρεμποδίζουν την παροχή των όσων υπόσχεται. Σε αυτό εστιάζει αυτό το άρθρο, με τη διερεύνηση μιας ευρύτερης προσέγγισης για την πολιτική διάσταση της κατάρας των φυσικών πόρων. Εξετάζεται επίσης η λειτουργία της ΕΙΤΙ και ακολουθεί μια κριτική αποτίμηση της προσέγγισής της για αυξημένη διαφάνεια στον εξορυκτικό τομέα. Ως συμπέρασμα, παρατίθενται συστάσεις για το πώς η ΕΙΤΙ μπορεί να ενισχύσει το ρόλο της, προκειμένου να μπορέσουν οι πολίτες να αποσπάσουν μεγαλύτερα οφέλη από τον φυσικό τους πλούτο.


Η πολιτική διάσταση της κατάρας των φυσικών πόρων


Οι Humphrey κ.α. (2007) εφαρμόζουν το πλαίσιο εντολέα-εντολοδόχου της θεσμικής οικονομίας για την ανάλυση των ενδιαφερόμενων μερών στον εξορυκτικό τομέα και για το πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Αποδίδουν την πολιτική πτυχή της κατάρας σε τρία είδη ασυμμετριών: δομή, πληροφόρηση και διαπραγματευτική ισχύς όπως φαίνεται στην Εικόνα 1. Οι εντολείς είναι οι πολίτες των πλούσιων σε πόρους χωρών (σύμφωνα με την σύγχρονη πολιτική θεωρία που τους καθιστά κάτοχους των φυσικών πόρων της χώρας τους),[1] όπως και οι κάτοχοι/μέτοχοι των εξορυκτικών εταιριών, ενώ οι εντολοδόχοι είναι τα κράτη και οι εταιρίες.


Principal-Agent Problem in Resource-Rich Countries

Πηγή: Από Olcer, 2009, σ.33


Οι Humphreys κ.α. (2007) ισχυρίζονται ότι η ασύμμετρη πληροφόρηση μεταξύ εντολέων και εντολοδόχων δημιουργεί πρόβλημα στον τομέα, καθώς οι εντολοδόχοι μπορούν να επιλέξουν να μην υπηρετήσουν πιστά τα συμφέροντα των εντολέων. Σε συνδυασμό με την ύπαρξη ασύμμετρης δομής ανάμεσα στα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη, αυτό εξηγεί γιατί οι κυβερνήσεις που είναι πλούσιες σε πόρους πέφτουν στην παγίδα της διαφθοράς και της κερδοσκοπίας. Ενώ οι εξορυκτικές εταιρίες ενεργούν για να ευχαριστήσουν τους κατόχους τους μέσω μεγιστοποίησης του κέρδους, οι κυβερνήσεις από την άλλη πλευρά δεν οφείλουν υποταγή παρά μόνο στον εαυτό τους. Πρώτον και κύριον, οι περισσότερες δεν μαζεύουν φόρους από το λαό (Asiedu, 2006) και αντ’ αυτού εξαρτώνται από τα έσοδα των εταιριών. Έτσι εξηγείται γιατί αυτές οι κυβερνήσεις φτάνουν στα άκρα προκειμένου να παραμείνουν στην εξουσία. Δεύτερον, εξαιτίας της χαμηλής διαπραγματευτικής ισχύος τους, είναι πιο δεκτικές στη δωροδοκία προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα ( Bracking, 2009). Το αποτέλεσμα είναι η απουσία λογοδοσίας στους πολίτες τους, πράγμα που τους επιτρέπει να δαπανούν τα έσοδα από τους πόρους με τρόπους που δεν είναι αναγκαστικά επωφελείς για την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη. Στην Ανγκόλα, για παράδειγμα, περισσότερα από 4 δις δολάρια από τα κρατικά έσοδα από το πετρέλαιο “εξαφανίστηκαν” μεταξύ 1997 και 2002 (ΤΙ, 2008), ενώ στη Νιγηρία, παρά το γεγονός ότι το καθαρό εισόδημά της από τις εξαγωγές πετρελαίου κυμαίνεται γύρω στα 411 δολάρια κατά κεφαλή, το 70% του πληθυσμού ζει με λιγότερο από ένα δολάριο τη μέρα ( PWYP, 2006)


Οφέλη από το EITI


Αυξάνοντας τη διαφάνεια, η EITI επιδιώκει να αναδομήσει τη σχέση εντολέα εντολοδόχου στους εξορυκτικούς τομείς μειώνοντας τις ασυμμετρίες της πληροφόρησης (εικόνα 1), προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τις ευκαιρίες για διαφθορά και κερδοσκοπία. Παρόλο που υπάρχουν κι άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες, η EITI έχει εξουσιοδοτηθεί να παίξει καίριο ρόλο για να κατευθύνει την προσοχή της διεθνούς κοινότητας στον εξορυκτικό τομέα (Olcer, 2009).[2] Η Εικόνα 2 δείχνει πώς λειτουργεί η ΕΙΤΙ. Με βάση την εθελοντική συμμετοχή, οι κυβερνήσεις και οι εξορυκτικές εταιρίες ενθαρρύνονται να γνωστοποιήσουν πληροφόρηση, η οποία παίρνει αργότερα τη μορφή αναφοράς από έναν ανεξάρτητο διαχειριστή, υπό την εποπτεία πολυμερούς ομάδας. Στη συνέχεια, η αναφορά δημοσιοποιείται, δίνοντας έναυσμα για διάλογο και επιτρέποντας στις εθνικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να καταστήσουν τις κυβερνήσεις τους υπεύθυνες για τυχόν ανακολουθίες (ΕΙΤΙ, 2008).


How the EITI works

Πηγή: Olcer, 2009, σ. 14


Υπάρχουν δυο κατηγορίες χωρών που υπόκεινται στην ΕΙΤΙ: οι υποψήφιες και οι συμμορφούμενες χώρες. Μέχρι σήμερα υπάρχουν 27 υποψήφιες χώρες που πληρούν τα τέσσερα κριτήρια για το στάδιο της υπογραφής: (1) τη δέσμευση ότι θα εφαρμόσουν την ΕΙΤΙ, (ΙΙ) ότι θα συνεργαστούν με την κοινωνία των πολιτών και τον ιδιωτικό τομέα, (ΙΙΙ) ότι θα ορίσουν ένα άτομο που θα ηγηθεί της εφαρμογής της και (IV) ότι θα καταρτίσουν ένα σχέδιο εργασίας σε συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αργότερα, αφού εφαρμόσουν πλήρως την ΕΙΤΙ, δημοσιεύσουν και διανείμουν τις αναφορές τους, μπορούν να προαχθούν σε συμμορφούμενες χώρες (5 ως το 2011).[3] Οι χώρες μπορούν να ωφεληθούν από την ΕΙΤΙ μέσω: της μείωσης της διαφθοράς και της κερδοσκοπίας, βελτιώνοντας έτσι την πρόσβασή τους στα κεφάλαια, προσελκύοντας περισσότερες ξένες επενδύσεις και ενισχύοντας τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (Olcer, 2009). Καθώς η συμμετοχή της πρώτης από τις πέντε συμμορφούμενες χώρες επικυρώθηκε μόλις το 2009, είναι ακόμη νωρίς για να αποτιμηθεί πλήρως το αποτέλεσμα της ΕΙΤΙ σε σχέση με αυτά τα οφέλη. Μπορούμε ωστόσο να αναλύσουμε την προσέγγισή της σε σχέση με την ʺκατάρα των πόρωνʺ και να αποτιμήσουμε τους περιορισμούς που ενδέχεται να την εμποδίζουν να εκπληρώνει πλήρως τις υποσχέσεις την απέναντι στους πολίτες των πλούσιων σε πόρους χωρών.


Περιορισμοί στην προσέγγιση της ΕΙΤΙ


Περιορισμένη και κακής ποιότητας πληροφόρηση


Η κύρια προσέγγιση της ΕΙΤΙ προκειμένου να αμβλύνει την επίδραση της “κατάρας των πόρων” εστιάζεται στην αυξημένη πληροφόρηση για τα κρατικά έσοδα από τις εξορυκτικές βιομηχανίες. Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή είναι περιορισμένη, καθώς αντιμετωπίζει απλώς τις ασυμμετρίες πληροφόρησης σε μια πτυχή της αλυσίδας αξίας της εξόρυξης (Kolstad and Wiig 2008). Όπως δείχνει η Εικόνα 3, η ΕΙΤΙ επιχειρεί να ρίξει φως στη συλλογή των εσόδων, αλλά αδυνατεί να αποσπάσει πληροφορίες για τα προηγούμενα και επόμενα στάδια. Δεδομένου ότι οι δραστηριότητες διαφθοράς στην ανάθεση συμβολαίων ( Global Witness, 2008) και η απουσία λογοδοσίας για τις δημόσιες δαπάνες συνεχίζονται, αυτή η πληροφόρηση είναι ζωτική για τους πολίτες, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Νιγηρία όπου η πλειονότητα των πόρων που συρρέουν στην κυβέρνηση δαπανώνται σε “δαπανηρές” δημόσιες επενδύσεις όπως η συγκρότηση προωθημένων στρατιωτικών δυνάμεων ή η εξουδετέρωση αντιπολιτευτικών κινημάτων (Sala-i-Martin and Subramanian, 2003). Οι Robinson κ.α.(2006) δίνουν έμφαση στη λογοδοσία των κυβερνήσεων σε σχέση με τη χρήση των δημόσιων πόρων, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί κλειδί για την αποφυγή της “κατάρας των πόρων”, ένα πεδίο στο οποίο δεν εστιάζει η ΕΙΤΙ.


EITI and the Value Chain

Πηγή: Alba, 2006, όπως αναφέρεται στους Kolstad & Wiig, 2008, σ. 528


Επιπρόσθετα, λόγω της περιπλοκότητας των διαδικασιών οικονομικής ροής που σχετίζονται με τον εξορυκτικό τομέα, εκτιμάται ότι η πληροφόρηση στις αναφορές του ΕΙΤΙ πάσχει από πλευράς ποιότητας και συνέχειας (Kolstad and Wiig 2008). Το γεγονός ότι πολλές κρατικές οντότητες όπως οι φορολογικές και ρυθμιστικές αρχές, καθώς και οι ημικυβερνητικές οργανώσεις, λαμβάνουν αμοιβές σε διάφορες μορφές (φόρους, δικαιώματα, μπόνους, μερίσματα και μισθώματα) καθιστά τη διαδικασία της τεκμηρίωσης εξαιρετικά δύσκολη (Olcer, 2009). Η ΕΙΤΙ απαιτεί απλώς οι υλικές καταβολές μεταξύ των δυο μερών (Εικόνα 1) να δημοσιοποιούνται και στο μέτρο που τα ποσά είναι σύμφωνα, δεν έχει σημασία εάν τα ποσά που αναφέρθηκαν είναι ακριβή (ibid). Στη Νιγηρία, ο διαχειριστής ανέφερε ανακολουθίες στις διεκδικούμενες καταβολές εταιριών προς την Κεντρική τράπεζα, τις οποίες η τράπεζα δεν είχε καταγράψει ότι έλαβε. Αυτό αποδόθηκε σε λογιστικές διαφορές και δεν ζητήθηκε περαιτέρω έρευνα ( Παγκόσμια Τράπεζα, 2008), πράγμα που σημαίνει συνέχιση της αδιαφάνειας στον τομέα παρά τις προσπάθειες της ΕΙΤΙ.


Ανεπαρκής λογοδοσία


Η ένταξη στην ΕΙΤΙ είναι εθελοντική κι έτσι είναι στη διακριτική ευχέρεια των κυβερνήσεων που την υποστηρίζουν και των εξορυκτικών βιομηχανιών εάν και, σε ένα βαθμό πώς, θα υιοθετήσουν τις αρχές της. Όσο οι διεφθαρμένοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν συμφέρον να μην προωθούν τη διαφάνεια, η διεύρυνση της ΕΙΤΙ με περισσότερα μέλη και η εφαρμογή της θα εξακολουθήσουν να αποτελούν πρόκληση (Collier, 2008). Σ’ αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στη διαφάνεια και τη λογοδοσία προκειμενου να διερευνήσουμε αυτό το θέμα περαιτέρω. Σύμφωνα με τον Shedler (1999), η λογοδοσία έχει τρεις διαστάσεις: την παροχή πληροφοριών σε σχέση με πράξεις και αποφάσεις, την αιτιολόγησή τους και την προσφυγή σε κυρώσεις σε περίπτωση κακοδιαχείρισης. Η ΕΙΤΙ όμως πληροί μόνο δυο από αυτές, την πρώτη μέσω της προώθησης της διαφάνειας και τη δεύτερη μέσω της εποπτείας από πολυμερείς ομάδες (Εικόνα 2). Δεν αντιμετωπίζει ούτε παρέχει μηχανισμούς εφαρμογής, πράγμα που αναμφίβολα υπονομεύει τη δυνατότητα των πολιτών να έχουν υπόλογες κυβερνήσεις.


Ως εναλλακτική μορφή λογοδοσίας, η ΕΙΤΙ προϋποθέτει την ύπαρξη ισχυρών και αποτελεσματικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις χώρες που εφαρμόζεται, οι οποίες να μπορούν να αποτιμήσουν και να εξετάσουν εξονυχιστικά τους αριθμούς που παρουσιάζονται στις αναφορές (παρόλο που η πληροφόρηση είναι περιορισμένη). Προϋποθέτει επίσης ότι αυτές κατανοούν τις περίπλοκες οικονομικές διαδικασίες του τομέα και κινητοποιούνται όταν υπάρχουν ανακολουθίες (Aaronson, 2008). Η υπόθεση αυτή απέχει από την πραγματικότητα, καθώς ο χώρος της κοινωνίας των πολιτών για ακτιβισμό σε θέματα διαφθοράς και διαφάνειας μοιάζει να είναι ανύπαρκτος στις περισσότερες χώρες που είναι πλούσιες σε ορυκτά (PWYP, 2006). Σε μια έρευνα για 14 από τις 38 εταιρίες που υποστηρίζουν την ΕΙΤΙ, δέκα ανέφεραν ότι επιχειρούσαν σε χώρες όπου γίνονταν συλλήψεις στην κοινωνία των πολιτών ή που αντιμετώπιζε εμπόδια σε σχέση με το επίπεδο συμμετοχής της (Aaronson, 2008). Για να επανέλθουμε για άλλη μια φορά στη Νιγηρία, αυτό έγινε εμφανές όταν ο Nuhu Ribadu, επικεφαλής της Επιτροπής Οικονομικού και Χρηματοοικονομικού Εγκλήματος ( Economic and Financial Crimes Commission- EFCC) υποχρεώθηκε σε παραίτηση, μετά το ρόλο που έπαιξε η EFCC στη σύλληψη πολλών κυβερνητών (Economist, 5 Ιανουαρίου 2008).


Ακόμη κι εκεί όπου η συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όπως αυτή απαιτείται από τη διαδικασία επικύρωσης της ΕΙΤΙ, μοιάζει επιτυχής, ο ρόλος τους είναι ουσιαστικά περιορισμένος από τη στιγμή που οι πολυμερείες ομάδες διορίζονται από την κυβέρνηση (ΕΙΤΙ, 2006). Κατά συνέπεια, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών δεν εκπροσωπούν πλέον το λαό και αντ’ αυτού επεκτείνουν τον βραχίονα των διεφθαρμένων κυβερνήσεων ( Olcer, 2009). Όλοι αυτοί οι παράγοντες αποδυναμώνουν την ικανότητα της ΕΙΤΙ να μειώσει τη διαφθορά στον εξορυκτικό τομέα, καθώς οι κυβερνήσεις συμμετέχουν εθελοντικά σ’ αυτήν και παρόλα αυτά κάνουν μικρή πρόοδο σε ό,τι αφορά τη βελτίωση της “κατάρας των πόρων”, λόγω ανεπαρκών μηχανισμών εφαρμογής. Σε αυτή την περίπτωση, όπως γράφει ο Collier (2008), η ΕΙΤΙ κινδυνεύει να είναι ένα ξεδοντιασμένο εργαλείο διαφάνειας, από το οποίο απουσιάζει η πλήρης λογοδοσία.


Συμπέρασμα και συστάσεις


Δεδομένου ότι περίπου το ένα τρίτο των φτωχών του κόσμου ζουν σε εξαρτώμενες από ορυκτά χώρες (Ross, 2003), πρωτοβουλίες όπως η ΕΙΤΙ αποτελούν ένα καίριο βήμα για την αντιμετώπιση της ασσυμετρίας πληροφόρησης ανάμεσα στους πολίτες και τις κυβερνήσεις τους σε ό,τι αφορά τους εξορυκτικούς τομείς.. Ωστόσο, όπως ήδη είπαμε, η αυξημένη πληροφόρηση, ιδίως όταν περιορίζεται σε ένα πεδίο της αλυσίδας αξίας και της λείπει η ποιότητα και η συνέχεια, ενδέχεται να μην μπορέσει να εξουδετερώσει τη διαφθορά από τον τομέα. Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, η ΕΙΤΙ θα μπορούσε να γίνει πιο αυστηρή στους ορισμούς και την πληροφόρηση που γνωστοποιούνται στις αναφορές που κάνει μια χώρα. Επιπρόσθετα, για να είναι η πληροφόρηση χρήσιμη, η ΕΙΤΙ θα μπορούσε να ενισχύσει το επίπεδο στο οποίο οι πολίτες μπορούν να υποχρεώνουν τις κυβερνήσεις τους σε λογοδοσία. Αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε με την επιβολή αποτελεσματικών μηχανισμών κυρώσεων ή με τη διασύνδεση με αξιόπιστους δικαστικούς θεσμούς. Επιπλέον μπορεί να συνεχίσει να ενδυναμώνει τη θέση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών μέσω αυξημένης εκπαίδευσης, έτσι ώστε να μπορούν να κατανοήσουν τις περίπλοκες οικονομικές διαδικασίες του τομέα. Ωστόσο, ακόμη κι αν η ΕΙΤΙ λειτουργεί τέλεια, δεν μπορεί να έχει το ρόλο μαγικού ραβδιού που μπορεί να αμβλύνει την “κατάρα των πόρων” απ’ τη στιγμή που αντιμετωπίζει μόνο τις ασυμμετρίες της πληροφόρησης (Εικόνα 1) και δεν επιλύει την ανεπαρκή διαπραγματευτική ισχύ των πλούσιων σε ορυκτά χωρών σε σχέση με τις εταιρίες εξόρυξης ή την ολλανδική ασθένεια (Collier, 2008 – Bracking, 2009). Συνεχίζοντας αυτή τη συζήτηση, προκειμένου οι πλούσιοι σε πόρους πολίτες να αποκτήσουν περισσότερα οφέλη, η ΕΙΤΙ δεν πρέπει μόνο να ενθαρρύνει περισσότερες χώρες και εταιρίες να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τις αρχές της, αλλά με δεδομένη την περιπλοκότητα της “κατάρας των πόρων” να αναζητήσει τρόπους για την ενσωμάτωση και άλλων μεταρρυθμίσεων.


Σημειώσεις

[1] Η κατοχή των φυσικών πόρων είναι χαρακτηριστικό κυριαρχίας, που σύμφωνα με τη σύγχρονη πολιτική θεωρία ανήκει στο λαό (Ferguson, 2005).

[2] Οι άλλες πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν τον Οδηγό Διαφάνειας για τα Έσοδα από τους Πόρους του ΔΝΤ, την πρωτοβουλία για υποχρεωτική Διαφάνεια της Ε.Ε. και τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου Διεθνών Λογιστικών Προτύπων International Accounting Standard Board.

[3] Ο κατάλογος με τα κράτη που εφαρμόζουν την EITI βρίσκεται στο http://eiti.org/implementingcountries.


Αναφορές

- Aaronson, S., 2008. For The People But Not Always By The People. Ethics and International Affairs, υπό έκδοση.

- Alba, E. M., 2006. Governance issues throughout the value chain. Παρουσίαση σε εργαστήριο στο Όσλο, Οκτώβριος 2006.

- Asiedu, E., 2006. Foreign Direct Investment in Africa: the role of natural resources, market size, government policy, institutions and political instability. The World Economy τ. 29 (1): 63-77.

- Auty, R., 1993. Sustaining Development in Mineral Economies: the resource curse thesis. Λονδίνο: Routledge.

- Bracking, S., 2009. Political economies of corruption beyond liberalism: an interpretative view of Zimbabwe. Singapore Journal of Tropical Geography τ. 30 (1): 35-51.

- Collier, P., 2008. Implications of Changed International Conditions for EITI, Extractive Industries Transparency Initiative, Board Paper No. 6-8.

- Economist, 2008. The Good, the Bad and the President. 5 Ιανουαρίου.

- EITI, 2006. Extractive Industries Transparency Initiative Validation guide. Διαθέσιμο στο:< http://eitransparency.org/files/document/validationguide.pdf>. [04/02/2011].

- EITI, 2008. EITI Business Guide: How companies can support implementation. Διαθέσιμο στο: http://eiti.org/document/businessguide [04/02/2011].

- Ferguson, J., 2005. Seeing like an oil company: space, security, and global capital in neoliberal Africa. American Anthropologist, τ. 107 (3): 377-382.

- Global Witness, 2008. Testimony for Hearing “Resource Curse or Blessing: Africa’s Extractive Industries in a Time of Record Oil and Mineral Prices”, Διαθέσιμο στο: http://www.globalwitness.org/library/testimony-hearing-%E2%80%9Cresource-curse-or-blessing-africa%E2%80%99s-extractive-industries-time-record-oil). [06/02/2011].

- Gylfason, T., 2001. Natural resources, Education, and Economic Development. European Economic Review. τ. 45 σ. 847-859.

- Global Witness, 2011. The Kimberley Process Certification Scheme. (Online) Διαθέσιμο στο: http://www.globalwitness.org/campaigns/conflict/conflict-diamonds/kimberley-process [14/04/2011].

- Humphreys, M., Sachs, J. και Stiglitz, J., 2007. Escaping the Resource Curse. Νέα Υόρκη: Columbia University Press.

- Karl, T., 2007. Ensuring Fairness: the case for a transparent fiscal social contract. In Humphreys, M., Sachs, J. and Stiglitz, J., (επ.) Escaping the Resource Curse. Νέα Υόρκη: Columbia University Press.

- Kolstad, I. and Wiig, A., 2008. Is Transparency the Key to Reducing Corruption in Resource-Rich Countries? World Development τ. 37 (3): 521-539.

- Olcer, D., 2009. Extracting the Maximum from the EITI. Working Paper No. 276. OECD Development Centre. (Online) Διαθέσιμο στο: www.oecd.org/dataoecd/56/60/42342311.pdf [04/02/2011].

- OPEC, 2011. Nigeria Facts and Figures in OPEC homepage. Διαθέσιμο στο at: http://www.opec.org/opec_web/en/about_us/167.htm [07/02/2011].

- PWYP, Revenue Watch Institute, 2006. Civil Society Perspectives and Recommendations on the Extractive Industries Transparency Initiative. Διαθέσιμο στο: www.revenuewatch.org/files/EyeonEITIReport.pdf [07/02/2011].

- Ross, M., 2003. Nigeria’s Oil Sector and the Poor. Paper prepared for the UK Department for International Development.

- Sachs, J. D. και Warner, A., 1997. Sources of Slow Growth in African Economies. Journal of African Economies, τ. 6 σσ. 335–376.

- Sala-i-Martin, X. και Subramanian, A., 2003. Addressing the Natural Resource Curse: an illustration from Nigeria. IMF working paper WP/03/139. Washington DC: Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

- Robinson, J. A., Torvik, R. και Verdier, T., 2006. Political Foundations of the Resource Curse. Journal of Development Economics, τ. 79 σσ. 447– 468.

- Shedler, A., 1999. Conceptualizing Accountability. στο Shedler, Diamond, A. L. και Plattner, M. (επ.) The Self-Restraining State: power and accountability in new democracies. Λονδίνο: Lynne Rienner Publishers.

- Stiglitz, J. E., 2002. On Liberty, The Right to Know and Public Discourse: the role of transparency in public life. στο Gibney, M. (επ.) Globalizing Rights. Οξφόρδη: Oxford University Press.

- Διεθνής Διαφάνεια, 2008. διαθέσιμο στο: www.transparency.org/policy_research/surveys_indices/cpi/2008 [04/02/2011].

- Παγκόσμια Τράπεζα, 2008. Annual Progress Report to the MDTF Management Committee, Washington D.C.




Αφιέρωμα: διαφάνεια
Ετικέτες: , , , ,

|
0 σχόλια »

σχολίασε