ετικέτες


blogging claudia aradau creative commons facebook geert lovink michel bauwens olpc p2p trafficking Venanzio Arquilla web2.0 wikileaks wikipedia Γαλλία ΕΕ ΕΚΦ ΗΠΑ Λατινική Αμερική Μεγάλη Βρετανία ΟΗΕ ΠΚΦ Τουρκία ακτιβισμός ανθρωπισμός ανθρωπολογία ανθρώπινα δικαιώματα ανοικτές υποδομές ανοικτή πρόσβαση αραβικές εξεγέρσεις αριστερά αρχιτεκτονική ασφάλεια βασίλης κωστάκης βιοτεχνολογία δημιουργικότητα δημοκρατία δημόσια αγαθά δημόσιοι χώροι διανεμημένη-ενέργεια διαφάνεια εθνικισμός εκπαίδευση ελεύθερα δεδομένα ελεύθερο λογισμικό ελλάδα ενέργεια επισφάλεια εργασία ηθική θεωρία δικτύων θρησκεία θυματοποίηση ιταλία καθημερινή ζωή καινοτομία καπιταλισμός κλιματική αλλαγή κοινά αγαθά κοινωνία πολιτών κοινωνική δικαιοσύνη κοσμοπολιτισμός κρίση αντιπροσώπευσης λαϊκισμός λογισμικό λογοδοσία μετανάστες μετανθρωπισμός μη-γραμμικότητα μη πολίτες μουσική νέα μέσα νέλλη καμπούρη νεοφιλελευθερισμός ντιζάιν οικολογία οικονομικές στατιστικές οικονομική κρίση παγκοσμιότητα πειρατεία πνευματικά δικαιώματα πολιτισμικές διαφορές πρόνοια πόλεις σεξουαλική εργασία σοσιαλδημοκρατία σοσιαλισμός συλλογική νοημοσύνη συμμετοχική δημοκρατία συμμετοχική κουλτούρα συνεργατική γνώση σύνορα τέχνη ταχύτητα υπηκοότητα φιλελευθερισμός φύλο χαρτογράφηση χρέος χώρος ψηφιακά δικαιώματα

Re-public στο

Joseph A. Camilleri – Η παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας και η δημοκρατική επιταγή


Ποιες προκλήσεις θέτει η παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας στη θεωρία και την πρακτική της διακυβέρνησης; Ποιες θα μπορούσαν να είναι οι κατάλληλες κανονιστικές και θεσμικές απαντήσεις; Ο Joseph Camilleri προτείνει μια σειρά ιδεών για τον μετασχηματισμό της παγκόσμιας δημοκρατίας.



Σε έναν κόσμο που παγκοσμιοποιείται με ταχείς ρυθμούς, οι «κίνδυνοι με σοβαρές συνέπειες» έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της λειτουργίας της κοινωνίας (Ulrich Beck, Risk Society, 1992). Η παγκόσμια κατάσταση είναι παράγων μεγάλης ευπάθειας τόσο για τα κράτη όσο και για τις ομάδες και τα άτομα. Αρκεί κάποιος να σκεφτεί τις επιδράσεις των οικονομικών κρίσεων, τα κύματα των προσφύγων, τις εκχυλίσεις του πετρελαίου, τη μείωση του όζοντος, την υπερθέρμανση του πλανήτη ή τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Εάν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό που διακρίνει τη σύγχρονη ζωή είναι η «παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας».


Εάν αυτή η ανάγνωση των γεγονότων είναι ακριβής, τότε ορισμένα δύσκολα ερωτήματα τίθενται από μόνα τους: Ποιες προκλήσεις θέτει η παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας στη θεωρία και την πρακτική της διακυβέρνησης; Και ποιες θα μπορούσαν να είναι οι κατάλληλες κανονιστικές και θεσμικές απαντήσεις;


Η κυρίαρχη μορφή διακυβέρνησης στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης περιγράφεται καλύτερα ως εμβάθυνση και επέκταση της αμοιβαία υποστηρικτικής ισχύος του υπερεθνικού κεφαλαίου και των κρατών της G7 σε παγκόσμια κλίμακα, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να προσπαθούν να ασκήσουν ηγεμονική εξουσία- μια επιδίωξη που στην πράξη αποδεικνύεται πολύ πέραν των δυνάμεών τους. Όπως υποστήριξε ο Stephen Gill, το καθαρό αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης ατζέντας των τελευταίων τριάντα χρόνων ή παραπάνω ήταν η δημιουργία ενός «συντάγματος για τον παγκόσμιο καπιταλισμό», που επιδιώκει να εναρμονίσει τις νομικές δομές ανόμοιων κρατών σε μια παγκόσμια ημι-συνταγματική δομή νόμων, κανόνων, κανονισμών και κριτηρίων (Innovation and Transformation in International Studies, 1977). H κύρια λειτουργία του είναι η παγίωση των προνομιακών προτεραιοτήτων για την παραγωγή, την κατανάλωση και την ασφάλεια, ενός σχετικά μικρού ποσοστού του παγκόσμιου πληθυσμού.


Παγκόσμια διακυβέρνηση και λαϊκή νομιμότητα


Πιο απλά, το σύγχρονο παζλ της διακυβέρνησης πρέπει, σύμφωνα με την συγκεκριμένη πρόταση, να τοποθετηθεί ευθέως μέσα στο πλαίσιο μιας πολιτικής οικονομίας σε παγκοσμιοποίηση. Το καίριο ερώτημα στο οποίο πρέπει να δοθεί απάντηση είναι κατά πόσο το αναπτυσσόμενο σύστημα της παγκόσμιας διακυβέρνησης μπορεί να νομιμοποιηθεί στα μάτια των κύριων συστατικών στοιχείων του: των κρατών, των λαών και της διεθνούς κοινότητας γενικά; Για να το εκφράσουμε λίγο διαφορετικά, μπορεί η παγκόσμια τάξη να συντονιστεί με τα συστατικά στοιχεία της –με τις ανάγκες, τις αγωνίες και τις προσδοκίες τους- τόσο ώστε να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στο μέλλον;


Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλαπλές προκλήσεις που θέτει η παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας, η μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης δεν μπορεί να περιοριστεί σε μεμονωμένα κράτη ή, για τους ίδιους λόγους, στα Ηνωμένα Έθνη. Η μεταρρύθμιση της Γενικής Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών και των διαφόρων υπηρεσιών της- ή ακόμη του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης- είναι σημαντική αλλά όχι αρκετή. Οι ειδικές αντιπροσωπείες των Ηνωμένων Εθνών, τα προγράμματα και οι επιτροπές είναι όλα ενσωματωμένα στη μεταρρυθμιστική ατζέντα . Το ίδιο όμως και οι πιο ισχυροί διεθνείς θεσμοί, ιδιαίτερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου που κατά μεγάλη ειρωνεία έχουν ασήμαντους δεσμούς με τα κυριότερα συμβουλευτικά όργανα των Ηνωμένων Εθνών.


Ούτε μπορεί η μοίρα των πολυμερών θεσμών να διαχωριστεί από τις ενέργειες των κρατών-μελών τους ή άλλων παικτών στην παγκόσμια σκηνή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικότερα, άφησαν το στενό συμφέρον τους να υπαγορεύει τις πράξεις τους. Ανεξάρτητα αν ήταν παράλειψη ή αποστολή, προκάλεσαν τη νομιμότητα και το κύρος των Ηνωμένων Εθνών και έθεσαν σε αμφισβήτηση τους αναδυόμενους κανόνες για τη διεθνή υπηκοότητα. Το φαινόμενο δεν είναι εντελώς καινούργιο, αλλά μπορούμε να πούμε πως με τη σημερινή κυβέρνηση Μπους η μονομέρεια έφτασε σε νέα ύψη.


Θεσμικές συμφορήσεις: μια διέξοδος


Ωστόσο, οι κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών δεν είναι οι μόνοι κατηγορούμενοι. Πολλά καθεστώτα σε διαφορετικά μέρη του κόσμου έχουν σε διαφορετικές περιόδους αψηφήσει τους διεθνείς κανόνες και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Εξίσου προβληματικός είναι ο ρόλος των μεγάλων υπερεθνικών εταιριών, τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Την τεράστια, συχνά πολύ επιζήμια, επίδραση των αποφάσεών τους συναγωνίζεται μόνο η αξιοσημείωτη έλλειψη υπευθυνότητας, εκτός ίσως σε ό,τι αφορά στους μετόχους τους και έμμεσα, στην καλύτερη περίπτωση, στους πελάτες τους. Η αποτυχία των ΜΜΕ να ενημερώνουν και να αναλύουν με ακρίβεια και αντικειμενικότητα έχει επίσης αποβεί επιζήμια για τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Ούτε οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΗ.ΚΥ.Ο), και ειδικά κάποιες από τις μεγαλύτερες, μπορούν να θεωρηθούν υποδειγματικές, κρίνοντας από τις επουσιώδεις αντιπαλότητές τους, την προτεραιότητα που δίνουν συχνά στην προστασία του δικού τους χωραφιού, καθώς και τη συχνή αδυναμία διαβούλευσης με τα ίδια τους τα μέλη, πόσο μάλλον τον κόσμο, που οι ανάγκες του είναι προφανώς το πρωταρχικό τους μέλημα.


Έναντι αυτών των θεσμικών συμφορήσεων, είναι χρήσιμο να επιστρέψουμε στις πρωταρχικές αρχές. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε τη χρησιμότητα πρόσθετων αλλαγών ή την ανάγκη για πρακτικές μεταρρυθμίσεις όπως αυτές που πρότεινε ο Κόφι Ανάν, με μερική μόνο επιτυχία, στη Γενική Συνέλευση, τον περασμένο χρόνο. Η επιστροφή στις πρωταρχικές αρχές έχει γίνει τώρα πρακτική αναγκαιότητα.


Χωρίς αυτήν, είναι δύσκολο να δει κανείς πώς τα κράτη, οι λαοί και η διεθνής κοινότητα γενικά, θα ανανεώσουν και θα διατηρήσουν μακροπρόθεσμα τον ενθουσιασμό για μεταρρυθμίσεις. Ορισμένα καίρια ερωτήματα τίθενται ευθύς αμέσως από μόνα τους:


• Είναι δυνατόν να εκδημοκρατιστεί το παγκόσμιο (και περιφερειακό) πολυμερές σύστημα; Εάν ναι, πώς; Ο εκδημοκρατισμός συμβαδίζει με την αποτελεσματικότητα και τις παραδοσιακές έννοιες της κυριαρχίας;
• Είναι η πολιτική, η ασφάλεια και η οικονομία διαφορετικά αντικείμενα φροντίδας; Εάν όχι, πώς μπορούν να γίνουν οι αναγκαίες διασυνδέσεις, εννοιολογικά και οργανωτικά;
• Είναι αλήθεια ότι βλέπουμε τα αρχικά σημάδια μιας αναπτυσσόμενης παγκόσμιας κοινωνίας των πολιτών; Εάν ναι, πρέπει να ενθαρρυνθεί ένα τέτοιο κίνημα; Με ποια πρακτικά βήματα; Μπορούν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να συμβάλουν πιο αποτελεσματικά στη δημοκρατική διακυβέρνηση; Εάν ναι, πώς; Και ποιες είναι οι συνέπειες για τους πολυμερείς θεσμούς;


Το καίριο επιχείρημα που προβάλλεται εδώ είναι ότι όλες οι όψεις της παγκοσμιοποίησης- οικονομικές όσο και πολιτικές και πολιτισμικές- πρέπει να υπόκεινται στη δοκιμασία της δημοκρατικής νομιμότητας. Ένας τέτοιος εκδημοκρατισμός πρέπει να αντλεί ζωή από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και τους θεσμούς, όχι μόνο της διεθνούς κοινότητας αλλά και των τοπικών, εθνικών και περιφερειακών κοινοτήτων. Περιττό να πούμε πως πολλά δομικά κωλύματα φράζουν το δρόμο μιας τέτοιας μετασχηματιστικής αλλαγής. Το πιο εμφανές είναι αυτό που ο Richard Falk αποκάλεσε «γεωπολιτικό κλείσιμο» (Predatory Globalization, 1999), δηλαδή το δικαίωμα του βέτο που μπορούν να ασκήσουν τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.


Υπάρχουν, ωστόσο, πιο βασικά εμπόδια, τρία από τα οποία είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Το πρώτο έχει να κάνει με το κρατικο-κεντρικό ήθος που κυριαρχεί στο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών και τις περισσότερες πολυμερείς οργανώσεις. Το δεύτερο σχετίζεται με την κυρίαρχη ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης όπως αυτή διαμορφώνεται από υπερεθνικές εταιρίες, χρηματιστηριακές αγορές και τους θεσμικούς φύλακες της παγκόσμιας οικονομίας. Το τρίτο αναφέρεται στην γεωπολιτική, στρατιωτική, οικονομική και πολιτισμική ηγεμονία στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να προσβλέπουν. Η συνδυασμένη επίδραση των τριών αυτών τάσεων οδηγεί στη συγκέντρωση της λήψης αποφάσεων σε σχετικά λίγα χέρια, τον αποκλεισμό των πιο κρίσιμων ζητημάτων για την ανθρώπινη ασφάλεια από την παγκόσμια ατζέντα, εκτός από περιφερειακούς η συμβολικούς τρόπους, και την περιχαράκωση μορφών λόγου και πρακτικής που στερούνται ευαισθησίας σε ό,τι αφορά στην πολιτισμική πλειονότητα.


Πώς μπορεί, επομένως, το δημοκρατικό σχέδιο να προχωρήσει με τρόπους που να λαμβάνουν υπόψη αυτά τα δομικά εμπόδια; Πρώτον, τα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης –τοπικό, μικροπεριφερειακό (ή επαρχιακό), εθνικό, μακροπεριφερειακό και παγκόσμιο- πρέπει να είναι συμπληρωματικά και αμοιβαία συγκροτημένα. Ενώ οι θεσμοί σε κάθε επίπεδο πρέπει να παραμένουν αυτόνομοι και να ενεργούν μέσα στη σφαίρα αρμοδιότητάς τους, ο εκδημοκρατισμός σε ένα επίπεδο μπορεί να συνδέεται και να ενισχύει τον εκδημοκρατισμό σε άλλα επίπεδα (David Held, Democracy and the Gobal Order, 1995). Δεύτερον, η κουλτούρα των δικαιωμάτων του πολίτη πρέπει να αναπτύσσεται και στα τρία πεδία: κράτος, αγορά και κοινωνία των πολιτών, και η συμμετοχή στο κάθε πεδίο να εμπνέεται από και να στηρίζει τη συμμετοχή στα άλλα δυο. Τρίτον, υψηλή προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στη μεγιστοποίηση και εξομοίωση της πρόσβασης σε εκπαιδευτικές ευκαιρίες και στον τερματισμό της υψηλής συγκέντρωσης ελέγχου της επιστημονικής και τεχνολογικής καινοτομίας. Η διαμόρφωση της κοινής γνώμης και της έκφρασης της δημοκρατικής βούλησης πρέπει να βασίζεται σε μια ελεύθερη και ζυγισμένη ροή γνώσης, ιδεών και επιχειρηματολογίας.


Ένα νέο περιεχόμενο στην κοσμοπολίτικη δημοκρατία


Παρ’ όλο που πολλή δουλειά μένει ακόμη να γίνει, υπάρχει ήδη ένας ικανός αριθμός προτάσεων που έρχονται να δώσουν σχήμα και περιεχόμενο σε αυτή την πολύπλευρη έννοια της κοσμοπολίτικης δημοκρατίας. Χρησιμοποιώντας το υπάρχον σύστημα των Ηνωμένων Εθνών καθαρά ως σημείο εκκίνησης, υποδεικνύουν ένα πρόγραμμα εφικτού μετασχηματισμού, που βασίζεται σε πέντε διασυνδεόμενους στόχους: α) να προσδιορίσουν την άσκηση κυριαρχίας των μεγάλων κέντρων εξουσίας και πλούτου σε σχέση με τη διευθέτηση των ανθρώπινων υποθέσεων, εν μέρει αναπτύσσοντας πιο αυστηρές διαδικασίες ευθύνης, β) να ενισχύσουν τη θεσμική δυνατότητα των κρατών να συμμετέχουν στην περιφερειακή και παγκόσμια διακυβέρνηση, γ) να εδραιώσουν, πολιτισμικά όσο και πολιτικά, το μεταρρυθμισμένο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών ως κεντρικό σημείο της περιφερειακής και παγκόσμιας λήψης αποφάσεων, στην πολιτική ασφάλειας όπως και στην οικονομική πολιτική, δ) να ανοίξουν τους περιφερειακούς και παγκόσμιους θεσμούς στις φωνές της κοινωνίας των πολιτών, δηλαδή σε μια σειρά μη κρατικών παικτών και γενικά στην παγκόσμια κοινή γνώμη (κυρίως μέσω ενός προγράμματος βιώσιμης μεταρρύθμισης στη δομή και τη λειτουργία των παγκόσμιων συστημάτων ενημέρωσης και επικοινωνίας, ε) να συντονίσουν περισσότερο όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης με τις διασυνδεόμενες προκλήσεις που θέτει η παγκοσμιοποίηση της ανασφάλειας- ένα έργο που πρέπει να ενισχυθεί συνειδητά από τους θεσμούς και τις διαδικασίες της επίσημης και ανεπίσημης παιδείας, στ) να βρουν πιο διαφανείς και υπεύθυνους τρόπους ενσωμάτωσης των κύριων παικτών της αγοράς στο σύστημα διακυβέρνησης.


Αυτή η πρόχειρη και εξαιρετικά επιλεκτική σκιαγράφηση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας επιχείρησε να τοποθετήσει τη δημοκρατική ιδέα στον πυρήνα της διακυβέρνησης, στις διάφορες εκδηλώσεις της. Υποστηρίζει την οικοδόμηση ενός δημοκρατικού νομικού πλαισίου, στο οποίο οι λειτουργίες, οι εξουσίες και οι πόροι που ανήκουν κανονικά στο κράτος μεταβιβάζονται σε διαφορετικά αλλά διασυνδεόμενα και αμοιβαία ενισχυτικά επίπεδα διακυβέρνησης- από το τοπικό στο παγκόσμιο. Ωστόσο, η νέα συμμετοχική κουλτούρα, για να ευδοκιμήσει και να δώσει ζωή σε κάθε επίπεδο λήψης αποφάσεων, πρέπει να ενσωματώσει τα οράματα και τις προσδοκίες της κοινωνίας των πολιτών όπως και τους μηχανισμούς της αγοράς. Μόνο αντλώντας από την ενέργεια, τις υπηρεσίες και τα δίκτυα της αγοράς και της κοινωνίας των πολιτών, αυτό το πολύ-διασυνδεόμενο σύστημα διακυβέρνησης μπορεί να δώσει νόημα και περιεχόμενο στην ανθρώπινη ασφάλεια. Αντίστροφα, μόνο μέσα από τον εκδημοκρατισμό των πολιτικών θεσμών η αγορά και η κοινωνία των πολιτών μπορούν να παίξουν εποικοδομητικό ρόλο, διαμορφώνοντας και εφαρμόζοντας τα κριτήρια της ανθρωπιστικής διακυβέρνησης.


Διαβάστε ακόμα:


Τι να κάνουμε με τα Ηνωμένα Έθνη (στα Αγγλικά)


Η υπηκοότητα σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο (στα Αγγλικά)



Αφιέρωμα: κοινωνικά κινήματα, πρόσφατα άρθρα
Ετικέτες: , , , ,

|
0 σχόλια »

σχολίασε